κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5
  6. 6
  7. 7
  8. 8
  9. 9
  10. 10
  11. 11
  12. 12
  13. 13
  14. 14

Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Τωβιτ 1 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

1. Βιβλίο της ιστορίας του Τωβίτ, του οποίου οι πρόγονοι κατευθείαν ανιούσα γραμμή ήταν οι: Τωβιήλ, Ανανιήλ, Αδουήλ και Γαβαήλ· ο τελευταίος ανήκε στη συγγένεια του Ασιήλ της φυλής Νεφθαλίμ.

2. Την εποχή του Ενεμεσσάρου, βασιλιά των Ασσυρίων, πήραν αιχμάλωτο τον Τωβίτ από τον τόπο της καταγωγής του, τη Θίσβη, στη βόρεια Γαλιλαία. Η Θίσβη βρίσκεται νότια της Κυδίως στην περιοχή της φυλής Νεφθαλίμ, πάνω από την περιοχή της φυλής Ασήρ.

Ο γέροντας Τωβίτ αφηγείται τη ζωή του

3. Εγώ ο Τωβίτ, σ’ όλη μου τη ζωή ακολούθησα το δρόμο της αλήθειας και της δικαιοσύνης κι έκανα πολλές ελεημοσύνες προς τους συγγενείς μου και τους συμπατριώτες μου, που είχαν εκτοπισθεί μαζί μου στη Νινευή, πρωτεύουσα της Ασσυρίας.

4. Όταν ήμουν νέος και βρισκόμουν στον τόπο μου, δηλαδή στο Ισραήλ, όλη η φυλή του προγόνου μου Νεφθαλίμ αποστάτησε από το ναό της Ιερουσαλήμ, της πόλης που είχε επιλεγεί απ’ όλες τις φυλές του Ισραήλ για να θυσιάζουν εκεί. Ο ναός είχε καθιερωθεί για να κατοικεί ο Ύψιστος εκεί, και είχε χτιστεί για όλες τις μελλοντικές γενιές, στους αιώνες.

5. Όλες οι φυλές που είχαν μαζί αποστατήσει, θυσίαζαν στο Βάαλ, στο άγαλμα μιας μικρής αγελάδας, ακόμα και η φυλή του Νεφθαλίμ, του προγόνου μου.

6. Πολλές φορές εγώ ήμουνα μόνος από τη φυλή μου που πήγαινα στις γιορτές στην Ιερουσαλήμ τους πρώτους καρπούς και το δέκατο από τα προϊόντα κι από το πρώτο μαλλί, όταν κουρεύαμε τα πρόβατα, όπως προστάζει ο νόμος τον κάθε Ισραηλίτη ως εντολή αιώνια.

7. Έδινα αυτές τις προσφορές στους ιερείς, τους απογόνους του Ααρών, για το θυσιαστήριο όπου προσφέρονταν όλοι οι καρποί. Το πρώτο δέκατο των καρπών το έδινα στους λευίτες, που υπηρετούσαν στο ναό της Ιερουσαλήμ. Το δεύτερο δέκατο το πουλούσα και πήγαινα και ξόδευα τα χρήματα στο ναό της Ιερουσαλήμ κάθε χρόνο.

8. Το τρίτο δέκατο το έδινα σ’ εκείνους που το δικαιούνταν, όπως είχε διατάξει η γιαγιά μου η Δεββώρα, μητέρα του πατέρα μου, γιατί είχα μείνει ορφανός από πατέρα.

9. Όταν μεγάλωσα, πήρα γυναίκα την Άννα από τους απογόνους της φυλής μας, και απέκτησα μ’ αυτήν τον Τωβία.

Ο Τωβίτ οδηγείται στην αιχμαλωσία με τους Ισραηλίτες

10. Αργότερα οδηγήθηκα αιχμάλωτος στη Νινευή. Εκεί όλοι οι συγγενείς μου και όλοι όσοι ανήκαν στη φυλή μου τρέφονταν με τις ίδιες τροφές που τρέφονταν και οι ειδωλολάτρες.

11. Εγώ όμως συγκρατήθηκα και δεν έφαγα απ’ αυτές.

12. Επειδή ήμουν πιστός στο Θεό μ’ όλη μου την καρδιά,

13. ο Ύψιστος με αξίωσε να κερδίσω την εύνοια και την εκτίμηση του βασιλιά Ενεμεσσάρου, ο οποίος και με διόρισε προμηθευτή του.

14. Έτσι ταξίδευα συχνά στη Μηδία για προμήθειες και κάποτε που πήγα στους Ράγους της Μηδίας, άφησα στο Γαβαήλο, αδερφό του Γαβρία, δέκα τάλαντα ασήμι για λογαριασμό μου.

Οι αγαθοεργίες του Τωβίτ προς τους συμπατριώτες του

15. Όταν πέθανε ο Ενεμεσσάρος, τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο γιος του ο Σενναχηρίμ. Σύντομα όμως οι δρόμοι της Μηδίας έγιναν επικίνδυνοι κι έτσι δεν μπορούσα πια να πάω στη Μηδία.

16. Την εποχή όμως του Ενεμεσσάρου έκανα πολλές αγαθοεργίες προς τους συμπατριώτες μου Ισραηλίτες.

17. Μοιραζόμουν το φαγητό μου με τους πεινασμένους κι έδινα τα ρούχα μου στους φτωχούς· κι αν έβλεπα κανέναν από τους συμπατριώτες μου να έχει πεθάνει και να τον έχουν ρίξει έξω από τα τείχη της Νινευή, τον έθαβα.

18. Επίσης έθαβα κρυφά όποιον σκότωνε ο βασιλιάς Σενναχηρίμ –γιατί πολλούς είχε σκοτώσει πάνω στο θυμό του– όταν επέστρεφε φεύγοντας από την Ιουδαία. Ο βασιλιάς αναζητούσε τα πτώματα, αλλά δεν τα εύρισκε.

19. Κάποιος όμως από τους κατοίκους της Νινευή πήγε στο βασιλιά και του φανέρωσε ότι εγώ τους έθαβα· τότε πήγα και κρύφτηκα. Κι επειδή κατάλαβα ότι με καταζητούσαν για να με σκοτώσουν, φοβήθηκα και έφυγα από τη χώρα.

20. Τότε άρπαξαν όλα μου τα υπάρχοντα και δε μου ’μεινε τίποτα, εκτός από τη γυναίκα μου την Άννα, και το γιο μου τον Τωβία.

21. Δεν πέρασαν πενήντα μέρες και σκότωσαν το βασιλιά οι δυο του γιοι κι έφυγαν στα βουνά Αραράτ. Στη θέση του βασίλεψε ο γιος του ο Σαχερδονός. Αυτός τοποθέτησε τον Αχιάχαρο, γιο του αδερφού μου Αναήλ, γενικό υπεύθυνο για τα οικονομικά του βασιλείου του και για τη διοίκηση.