κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5
  6. 6
  7. 7
  8. 8
  9. 9
  10. 10
  11. 11
  12. 12
  13. 13
  14. 14

Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Τωβιτ 10 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

1. Στο μεταξύ ο Τωβίτ, πατέρας του Τωβία, μετρούσε τις μέρες. Και όταν συμπληρώθηκαν οι απαιτούμενες ημέρες του ταξιδιού κι αυτοί δε γύριζαν,

2. σκέφτηκε μήπως τους είχε συμβεί τίποτε ή μήπως πέθανε ο Γαβαήλ και δε βρισκόταν κανείς να του δώσει τα χρήματα.

3. Στενοχωριόταν λοιπόν πάρα πολύ.

4. Η γυναίκα του του έλεγε: «Χάθηκε το παιδί· γιατί αργεί;» Τότε άρχισε να τον κλαίει και έλεγε:

5. «Στενοχωριέμαι παιδί μου που σε άφησα να φύγεις, εσένα, το φως των ματιών μου».

6. Ο Τωβίτ της έλεγε: «Ησύχασε, μη λες τίποτα· το παιδί είναι καλά».

7. Εκείνη του απαντούσε: «Σώπα, δε με ξεγελάς εμένα· το παιδί μου χάθηκε!» Και πήγαινε κάθε μέρα έξω στο δρόμο, απ’ όπου είχε φύγει ο Τωβίας. Τη μέρα δεν έτρωγε και τη νύχτα δε σταματούσε να θρηνεί το γιο της, μέχρις ότου συμπληρώθηκαν οι δεκατέσσερις μέρες του γάμου, που είχε ορκίσει ο Ραγουήλ τον Τωβία να μείνει εκεί.

Ο Τωβίας αποχαιρετά το Ραγουήλ

8. Τότε είπε ο Τωβίας στο Ραγουήλ: «Άφησέ με να φύγω, γιατί ο πατέρας μου και η μάνα μου θα έχουν χάσει πια κάθε ελπίδα να με ξαναδούν».

9. Ο πεθερός του του είπε: «Μείνε κοντά μου κι εγώ θα στείλω ανθρώπους στον πατέρα σου και θα τον πληροφορήσουν για σένα». «Όχι», λέει ο Τωβίας. «Άφησέ με να πάω στον πατέρα μου».

10. Τότε ο Ραγουήλ σηκώθηκε και του έδωσε τη γυναίκα του τη Σάρρα μαζί με τη μισή περιουσία του, δούλους, ζώα και χρήματα.

11. Ύστερα τους ευλόγησε και τους άφησε να φύγουν λέγοντας: «Παιδιά μου, ο Θεός του ουρανού να σας κάνει ευτυχισμένους, προτού πεθάνω».

12. Και στην κόρη του είπε: «Να σέβεσαι τα πεθερικά σου· αυτοί είναι γονείς σου τώρα. Μακάρι πάντα ν’ ακούω καλά λόγια για σένα». Και τη φίλησε.

13. Η Έδνα είπε στον Τωβία: «Αγαπητό μου παιδί, ο Κύριος του ουρανού να σε οδηγήσει πίσω στο σπίτι σου με ασφάλεια και να με αξιώσει κι εμένα να δω τα παιδιά σου από τη Σάρρα, την κόρη μου, για να χαρώ ενώπιον του Κυρίου. Να, σου παραδίνω την κόρη μου και σου την εμπιστεύομαι· μην τη στενοχωρήσεις ποτέ».