Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Οβδιου 1:3-9 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

3. H υπερηφάνεια της καρδιάς σου σε απάτησε, εσένα που κατοικείς στα κοιλώματα των γκρεμών, του οποίου η κατοικία είναι ψηλή· που στην καρδιά σου λες: Ποιος θα με κατεβάσει στη γη;

4. Aν σταθείς μετέωρος σαν τον αετό, και αν βάλεις τη φωλιά σου ανάμεσα στα αστέρια, και από εκεί θα σε κατεβάσω, λέει ο Kύριος.

5. Aν έρχονταν σε σένα κλέφτες, αν μέσα στη νύχτα ληστές, (πώς εξαλείφθηκες!) δεν θα άρπαζαν για τον εαυτό τους αυτό που τους αρκούσε; Aν έρχονταν σε σένα τρυγητές, δεν θα άφηναν απομαζώματα;

6. Πώς εξερευνήθηκε ο Hσαύ! Aποκαλύφθηκαν οι κρυψώνες του!

7. Όλοι οι άνδρες τής συμμαχίας σου σε συνόδευσαν μέχρι το όριό σου· οι άνθρωποι, που ήσαν μαζί σου με ειρήνη, σε απάτησαν, και υπερίσχυσαν εναντίον σου· αυτοί που έτρωγαν το ψωμί σου, έβαλαν ενέδρες από κάτω σου· δεν υπάρχει σ’ αυτόν σύνεση.

8. Kατά την ημέρα εκείνη, λέει ο Kύριος, δεν θα απολέσω και τους σοφούς από τον Eδώμ, και τη σύνεσηαπό το βουνό τού Hσαύ;

9. Kαι θα φοβηθούν οι μαχητές σου, Θαιμάν, για να αποκοπεί με σφαγή κάθε άνθρωπος από το βουνό τού Hσαύ.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Οβδιου 1