κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5
  6. 6
  7. 7
  8. 8
  9. 9
  10. 10
  11. 11
  12. 12
  13. 13
  14. 14
  15. 15
  16. 16

Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Ιουδιθ 6 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

1. Όταν σταμάτησε ο θόρυβος του κόσμου που είχε μαζευτεί γύρω από το συμβούλιο, ο αρχιστράτηγος Ολοφέρνης είπε στον Αχιώρ, μπροστά σ’ όλο το πλήθος των ξένων και στους Μωαβίτες:

2. «Και ποιος είσαι εσύ, Αχιώρ, κι όλοι οι πληρωμένοι των Ισραηλιτών, που μας προφήτεψες σήμερα να μην πολεμήσουμε το έθνος τους, επειδή θα τους βοηθήσει ο θεός τους; Και ποιος άλλος θεός υπάρχει εκτός από το Ναβουχοδονόσορ; Αυτός θα στείλει το στρατό του και θα τους εξαφανίσει από το πρόσωπο της γης. Και δε θα μπορέσει να τους σώσει ο θεός τους!

3. Εμείς, οι δούλοι του Ναβουχοδονόσορ, θα τους χτυπήσουμε σαν έναν άνθρωπο και δε θ’ αντέξουν τη δύναμη του ιππικού μας.

4. Θα κατακάψουμε τις πόλεις τους· τα βουνά τους θα ποτιστούν με το αίμα τους, οι πεδιάδες τους θα γεμίσουν με τους νεκρούς τους· δε θα μπορέσουν να μας αντισταθούν. Ίχνος δε θα μείνει απ’ αυτούς. Αυτή είναι η διαταγή του Ναβουχοδονόσορ. Αυτός είναι ο κύριος όλης της γης και τα λόγια του δε θα μείνουν ανεφάρμοστα.

5. »Εσύ όμως, Αχιώρ, φτωχέ μισθοφόρε Αμμωνίτη, που ξεστόμισες αυτά τα λόγια, συμφορά που σε βρήκε σήμερα! Θα τα ξαναπούμε όταν εγώ θα έχω εκδικηθεί όλους αυτούς τους φυγάδες δούλους της Αιγύπτου.

6. Όταν γυρίσω, το ξίφος των πολεμιστών μου και το ακόντιό τους θα σου τρυπήσουν τα πλευρά και θα προστεθείς κι εσύ στους τραυματίες τους.

7. Τώρα οι δούλοι μου θα σε μεταφέρουν και θα σ’ εγκαταλείψουν κοντά σε μια από τις πόλεις απ’ όπου οι Ισραηλίτες ελέγχουν τα περάσματα.

8. Δε θα πεθάνεις τώρα, αλλά τότε, όταν θα σκοτωθείς μαζί μ’ εκείνους.

9. »Αλλά αν μέσα σου πιστεύεις ότι οι Ισραηλίτες δεν θα νικηθούν, τότε γιατί χλόμιασες; Εγώ μίλησα και θα πραγματοποιήσω όλες τις απειλές μου».

10. Τότε ο Ολοφέρνης διάταξε τους δούλους που υπηρετούσαν στη σκηνή του, να συλλάβουν τον Αχιώρ και να τον μεταφέρουν στην πόλη Βαιτυλούα και να τον παραδώσουν στους Ισραηλίτες.

11. Οι δούλοι τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν έξω από το στρατόπεδο στην πεδιάδα. Από ’κει ανέβηκαν στην ορεινή περιοχή κι έφτασαν στις νεροπηγές κάτω από τη Βαιτυλούα.

12. Μόλις τους είδαν από ψηλά οι άντρες της πόλης, πήραν τα όπλα τους και έτρεξαν στην κορυφή του βουνού. Οι σφενδονίτες έριχναν συνέχεια λιθάρια κι εμπόδιζαν τους δούλους του Ολοφέρνη ν’ ανεβούν.

13. Εκείνοι κατάφεραν να φτάσουν στους πρόποδες του βουνού· άφησαν εκεί τον Αχιώρ κι έφυγαν να πάνε πίσω, στον κύριό τους.

14. Οι Ισραηλίτες κατέβηκαν από τη Βαιτυλούα, έλυσαν τον Αχιώρ και τον οδήγησαν στην πόλη, όπου τον παρουσίασαν στους άρχοντές της.

15. Τον καιρό εκείνο άρχοντες ήταν ο Οζίας, γιος του Μιχά, από τη φυλή Συμεών, ο Χαβρίς, γιος του Γοθονιήλ και ο Χαρμίς, γιος του Μελχιήλ.

16. Οι αξιωματικοί συγκέντρωσαν όλους τους πρεσβυτέρους της πόλης, και όλοι οι νέοι και οι γυναίκες έτρεξαν κι αυτοί να παρακολουθήσουν τη συνέλευση. Έφεραν τον Αχιώρ μπροστά στο λαό και ο Οζίας άρχισε να τον ανακρίνει για το τι είχε συμβεί.

17. Ο Αχιώρ τούς αφηγήθηκε όλα όσα είχαν ειπωθεί στο συμβούλιο του Ολοφέρνη: τι ο ίδιος είχε πει στους αρχηγούς των Ασσυρίων και πόσο υπερήφανα είχε μιλήσει ο Ολοφέρνης εναντίον των Ισραηλιτών.

18. Τότε ο λαός έπεσε καταγής και προσκύνησε το Θεό και προσευχήθηκε μ’ αυτά τα λόγια:

19. «Κύριε, Θεέ του ουρανού, δες την υπερηφάνεια των εχθρών μας με την οποία ταπείνωσαν το έθνος μας. Δείξε μας το έλεός σου και μη μας εγκαταλείψεις σήμερα, εμάς που τόσο σου είμαστε πιστοί».

20. Μετά παρηγόρησαν τον Αχιώρ και τον συγχάρηκαν θερμότατα για όσα είχε κάνει.

21. Ο Οζίας τον πήρε σπίτι του και παρέθεσε συμπόσιο στους πρεσβυτέρους. Όλη εκείνη τη νύχτα επικαλούνταν το Θεό του Ισραήλ να τους βοηθήσει.