κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5
  6. 6
  7. 7
  8. 8
  9. 9
  10. 10
  11. 11
  12. 12
  13. 13
  14. 14
  15. 15
  16. 16
  17. 17
  18. 18
  19. 19
  20. 20
  21. 21
  22. 22
  23. 23
  24. 24
  25. 25
  26. 26
  27. 27
  28. 28
  29. 29
  30. 30
  31. 31
  32. 32
  33. 33
  34. 34
  35. 35
  36. 36
  37. 37
  38. 38
  39. 39
  40. 40
  41. 41
  42. 42
  43. 43
  44. 44
  45. 45
  46. 46
  47. 47
  48. 48

Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Ιεζεκιηλ 24 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

Η παραβολή της χύτρας

1. Τη δέκατη μέρα του δέκατου μήνα του ένατου έτους της αιχμαλωσίας μας, ο Κύριος μου είπε:

2. «Εσύ άνθρωπε, σημείωσε αυτή την ημέρα· είναι η μέρα που ο βασιλιάς της Βαβυλώνας πολιόρκησε την Ιερουσαλήμ.

3. Πες λοιπόν, την παροιμία που εγώ ο Κύριος, ο Θεός, λέω γι’ αυτούς τους αποστάτες:“βάλε τη χύτρα στη φωτιάκαι μέσα νερό ρίξε.

4. Κόψε μετά το κρέαςκαι πάρε τα κομμάτια τα καλύτερατο μπούτι και τη σπάλακαι βάλ’ τα μες στη χύτρα.Για να γεμίσει, πρόσθεσεκόκαλα διαλεχτά.

5. Το κρέας να ’ναι απ’ τα καλύτερα τα πρόβατα του κοπαδιού.Σώριασε ξύλα κάτω από τη χύτρακι άσ’ τα να βράσουνε τόσο πολύως να ψηθούν ακόμα και τα κόκαλα.

6. ”Εγώ ο Κύριος, ο Θεός, λέω: Αλίμονο στην αιμοβόρα πόλη, στη σκουριασμένη χύτρα, που η σκουριά της με τίποτα δε βγαίνει! Θ’ αδειάσει απ’ όλο της το κρέας, κομμάτι κομμάτι, χωρίς εξαίρεση.

7. Φόνοι έγιναν στην πόλη και το αίμα απλώθηκε πάνω στο βράχο το γυμνό· το χώμα δεν το ρούφηξε ούτε το σκέπασε η σκόνη.

8. Κι εγώ το αφήνω εκεί για να το βλέπω, πάνω στο βράχο το γυμνό, για να φουντώνει την οργή μου και να γυρεύει εκδίκηση.

9. Γι’ αυτό, εγώ ο Κύριος, ο Θεός λέω: Αλίμονο στην πόλη την αιμοσταγή, γιατί θα ετοιμάσω κι εγώ πυρά, μ’ ένα μεγάλο σωρό από ξύλα.

10. Σώριασέ τα, άναψε τη φωτιά, βράσε καλά το κρέας, πρόσθεσε τα μπαχαρικά κι άσε να φύγει όλο το νερό και να καούν τα κόκαλα.

11. Τη χύτρα άφησέ την αδειανή πάνω στα κάρβουνα ώσπου να πυρωθεί το μέταλλο, να κοκκινίσει και να χαθεί η ακαθαρσία που ’χει μέσα της και να εξαφανιστεί η σκουριά της.

12. Μάταια, όμως· είναι πολλή η σκουριά της και δεν εξαφανίζεται με τη φωτιά.

13. Η σκουριά είναι η ακολασία σου, Ιερουσαλήμ. Προσπάθησα να σ’ εξαγνίσω, μα στάθηκε αδύνατο. Τώρα δεν θα μπορέσεις πια να εξαγνιστείς, ωσότου εξαντλήσω την οργή μου πάνω σου.

14. Εγώ, ο Κύριος μίλησα· αυτό θα γίνει. Θα το κάνω! Δε θ’ αλλάξω γνώμη, δε θα λυπηθώ ούτε θα μετανιώσω. Θα σε τιμωρήσω ανάλογα με το πώς φέρθηκες και τι έπραξες. Εγώ ο Κύριος, ο Θεός, το λέω”».

Το πένθος του Ιεζεκιήλ

15. Μου είπε ακόμα ο Κύριος:

16. «Άνθρωπε, τώρα εγώ μ’ ένα χτύπημα θα σου πάρω αυτήν που είναι των ματιών σου η χαρά. Μη θρηνήσεις όμως και μην πενθήσεις ούτε να χύσεις δάκρυα.

17. Στέναξε σιωπηλά· μην πενθήσεις για τη νεκρή. Τύλιξε όπως πάντα το κάλυμμα γύρω στο κεφάλι σου και βάλε τα σανδάλια σου στα πόδια σου· μη σκεπάσεις το σαγόνι σου και μη δεχτείς να φας απ’ το ψωμί που προσφέρουν σ’ αυτούς που πενθούν».

18. Μίλησα, λοιπόν, στο λαό το πρωί, και το βράδυ η γυναίκα μου πέθανε· το άλλο πρωί έκανα όπως με είχε διατάξει ο Κύριος.

19. Τότε ο λαός με ρώτησε: «Δε θα μας πεις τι σημαίνουν όλα αυτά που κάνεις;»

20. Εγώ τους απάντησα: «Ο Κύριος ο Θεός με πρόσταξε, Ισραηλίτες,

21. να σας πω εκ μέρους του τα εξής: “εγώ, ο Κύριος, θα μολύνω το αγιαστήριό μου, που είναι το καύχημά σας και το στήριγμά σας, που καμαρώνετε να το βλέπετε και να το επισκέπτεσθε. Τ’ αγόρια σας και τα κορίτσια σας που έμειναν στην Ιερουσαλήμ, με ξίφος θα θανατωθούν.

22. Τότε θα κάνετε ότι έκανε κι ο Ιεζεκιήλ: Δε θα καλύψετε το σαγόνι σας ούτε θα φάτε το ψωμί που θα σας φέρουν.

23. Το κάλυμμά σας θα μείνει πάνω στο κεφάλι σας και τα σανδάλια σας στα πόδια σας· δεν θα θρηνήσετε ούτε θα κλάψετε, μόνο θα λιώνετε από τις ανομίες σας και θ’ αναστενάζετε όταν συναντάτε ο ένας τον άλλο.

24. Ο Ιεζεκιήλ θα είναι για σας υπόδειγμα· όπως έκανε εκείνος έτσι θα κάνετε κι εσείς. Όταν θα γίνει κι αυτό, τότε θα μάθετε ότι εγώ είμαι ο Κύριος, ο Θεός”».

25. Έπειτα, ο Κύριος μου είπε: «Άνθρωπε, θα ’ρθεί μια μέρα που θα πάρω απ’ αυτούς το αγιαστήριό μου, που σ’ αυτό στηρίζονται, που είναι το καμάρι τους και η χαρά τους, όταν το βλέπουν και όταν το επισκέπτονται. Επίσης θα τους πάρω τ’ αγόρια τους και τα κορίτσια τους.

26. Τότε θα ’ρθει σ’ εσένα ένας που θα έχει γλιτώσει για να σου πει τα νέα.

27. Την ίδια μέρα θα πάψεις να είσαι άλαλος και θα μιλήσεις στο φυγάδα. Έτσι θα γίνεις γι’ αυτούς σημείο και θα μάθουν ότι εγώ είμαι ο Κύριος».