Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Γ΄ Μακκαβαιων 6:10-29 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

10. Αν η ζωή μας βαρύνεται με ασεβείς πράξεις που κάναμε στην περίοδο της αιχμαλωσίας μας, θανάτωσέ μας, εσύ Δέσποτα, με όποιον τρόπο προτιμάς αλλά γλίτωσέ μας τώρα από την εξουσία των εχθρών μας.

11. Ας μη δοξάσουν οι ανόητοι τα είδωλα εξαιτίας της καταστροφής των αγαπημένων σου, λέγοντας ότι ούτε ο Θεός τους δεν τους γλίτωσε.

12. »Πρόσεξέ μας τώρα, αιώνιε, παντοδύναμε και παντοκράτορα! Σπλαχνίσου μας που μας σκοτώνουν άνθρωποι αυθάδεις, ανόητοι και παράνομοι σαν να ήμασταν κοινοί προδότες!

13. Ας φοβηθούν σήμερα, δοξασμένε Θεέ, τα έθνη την ακατανίκητη δύναμη που έχεις να σώζεις το ισραηλιτικό έθνος.

14. Σε παρακαλεί με δάκρυα όλο το πλήθος των νηπίων και οι γονείς τους.

15. Ας αποδειχθεί σε όλα τα έθνη, Κύριε, ότι είσαι μαζί μας και δε μας εγκατέλειψες, αλλά εκπλήρωσες την υπόσχεσή σου, ότι δε θα μας ξεχνούσες ούτε όταν θα ήμασταν αιχμάλωτοι στη χώρα των εχθρών μας».

16. Μόλις τελείωσε ο Ελεάζαρος την προσευχή του, έμπαινε στον ιππόδρομο ο βασιλιάς μαζί με τα θηρία και τον υπερήφανο στρατό του.

17. Όταν το είδαν αυτό οι Ιουδαίοι, φώναξαν δυνατά στον ουρανό, έτσι που αντήχησαν ακόμα και οι γύρω κοιλάδες, και δημιουργήθηκε ακατάσχετος πανικός στον εχθρικό στρατό.

18. Τότε ο υπερένδοξος, ο παντοδύναμος και πιστός Θεός φανέρωσε το άγιο του πρόσωπο. Άνοιξε τις ουράνιες πύλες και κατέβηκαν δύο λαμπροί, φοβεροί στην όψη άγγελοι, οι οποίοι ήταν ορατοί απ’ όλους, εκτός από τους Ιουδαίους.

19. Αυτοί αντιστάθηκαν στον εχθρικό στρατό και τους έδεσαν όλους με γερά δεσμά. Έτσι οι εχθροί καταλήφθηκαν από ταραχή και φόβο.

20. Ακόμα και το βασιλιά τον κατέλαβε φρίκη και ξέχασε τη φοβερή του αυθάδεια.

21. Τα θηρία γύρισαν πίσω και στράφηκαν εναντίον του στρατού, που ακολουθούσε, κι άρχισαν να τον καταπατούν και να τον καταστρέφουν.

22. Έτσι η οργή του βασιλιά μεταβλήθηκε σε λύπη και δάκρυα για όσα είχε σχεδιάσει.

23. Όταν, λοιπόν, ο βασιλιάς άκουσε τις κραυγές των στρατιωτών του και τους είδε όλους πεσμένους κάτω ετοιμοθάνατους, δάκρυσε και απειλούσε με οργή τους φίλους του λέγοντας:

24. «Κυβερνάτε άσχημα! Ξεπεράσατε σε σκληρότητα τους τυράννους κι εμένα τον ίδιο, που είμαι ευεργέτης σας. Προσπαθείτε ακόμη να μου αφαιρέσετε την εξουσία και τη ζωή, καταστρώνοντας κρυφά σχέδια που δε συμφέρουν το βασίλειο.

25. Ποιος συγκέντρωσε εδώ όλους αυτούς τους Ιουδαίους, που κάποτε υπερασπίστηκαν με αφοσίωση τα οχυρά της χώρας μας και ποιος τους έσυρε χωρίς λόγο μακριά από τα σπίτια τους;

26. Ποιος βασάνισε παράνομα αυτούς, που από την πρώτη κιόλας στιγμή ενδιαφέρονταν με αγάπη για καθετί που μας αφορούσε, περισσότερο από όλους τους άλλους λαούς και πολλές φορές αντιμετώπισαν τους χειρότερους κινδύνους;

27. »Λύστε, λύστε όλα τα δεσμά που άδικα τους βάλατε! Στείλτε τους ανενόχλητους στα σπίτια τους και ζητήστε τους συγγνώμη για ό,τι έγινε.

28. Απολύστε τα παιδιά του παντοδύναμου, του επουράνιου, του πραγματικού Θεού, που από την εποχή των προγόνων μας μέχρι σήμερα δίνει συνεχώς στις υποθέσεις μας επιτυχία και μεγαλείο».

29. Αφού λοιπόν ο βασιλιάς έδωσε αυτές τις διαταγές έλυσαν τους Ιουδαίους κι αυτοί άρχισαν να δοξολογούν τον άγιο Θεό, το σωτήρα τους, γιατί λίγο πριν είχαν γλιτώσει το θάνατο.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Γ΄ Μακκαβαιων 6