Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Γ΄ Μακκαβαιων 5:11-12-26 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

11-12. Ο Κύριος όμως, που από τα παλιά χρόνια χορηγεί σ’ αυτούς που θέλει, νύχτα και μέρα, το ύψιστο αγαθό, δηλαδή τον ύπνο, έδωσε και στο βασιλιά να καταληφθεί από έναν γλυκό και βαθύ ύπνο κι έτσι απέτυχε πλήρως στο παράνομο σχέδιό του και αποπροσανατολίστηκε τελείως η πεισματική σκέψη του.

13. Οι Ιουδαίοι αφού διέφυγαν το θάνατο την ώρα που είχε οριστεί, δοξολογούσαν τον άγιο και σπλαχνικό Θεό τους που είχε δείξει στα υπερήφανα έθνη την ακαταμάχητη δύναμή του.

14. Τη δέκατη ώρα περίπου, αυτός που είχε ορισθεί για τις προσκλήσεις, βλέποντας τους καλεσμένους συγκεντρωμένους, στο στάδιο, πλησίασε και σκούντησε το βασιλιά να σηκωθεί.

15-16. Τον ξύπνησε με δυσκολία και τον πληροφόρησε ότι ο χρόνος για το συμπόσιο είχε πια περάσει. Ο βασιλιάς συλλογίστηκε όλες τις εξηγήσεις που του έδωσε ο υπεύθυνος, αλλά μετά άρχισε πάλι να πίνει και διέταξε τους καλεσμένους να καθίσουν μαζί του.

17. Όταν κάθισαν όλοι, τους πρότρεπε να απολαύσουν το πλούσιο φαγητό και να διασκεδάσουν, αφού συμμετείχαν σ’ ένα τόσο τιμητικό γι’ αυτούς συμπόσιο.

18. Κι ενώ η διασκέδαση προχωρούσε, ο βασιλιάς κάλεσε τον Έρμωνα και απειλώντας τον αυστηρά ζητούσε να μάθει για ποιο λόγο είχε αφήσει τους Ιουδαίους εκείνη την ημέρα να ζουν.

19. Αυτός του εξήγησε ότι η διαταγή του είχε κιόλας από τη νύχτα εκτελεστεί και του το επιβεβαίωσαν και οι φίλοι του.

20. Τότε ο βασιλιάς έδειξε μεγαλύτερη σκληρότητα από τον Φάλαρι και είπε: «Αυτό οι Ιουδαίοι το χρωστούν στο σημερινό μου ύπνο. Ετοίμασε όμως χωρίς αναβολή κατά τον ίδιο τρόπο τους ελέφαντες, για να εξοντώσουν την επόμενη μέρα τους ανυπότακτους αυτούς Ιουδαίους».

21. Ο βασιλιάς έδωσε τις διαταγές του και όλοι όσοι ήταν παρόντες συμφώνησαν πρόθυμα με ενθουσιασμό και πήγε καθένας σπίτι του.

22. Τη νύχτα εκείνη αντί να κοιμηθούν, πήγαν και χλεύαζαν με διάφορους τρόπους τους έγκλειστους Ιουδαίους, που τους θεωρούσαν δυστυχείς.

23. Με το λάλημα του πετεινού το πρωί, ο Έρμωνας είχε ετοιμάσει τους ελέφαντες και τους οδηγούσε στον ιππόδρομο,

24. και τα πλήθη των κατοίκων της πόλης είχαν συγκεντρωθεί από το πρωί περιμένοντας με ανυπομονησία να δουν το φοβερό θέαμα.

25. Οι Ιουδαίοι όμως, μέχρι την τελευταία στιγμή κι ενώ ψυχομαχούσαν, προσεύχονταν στο μεγάλο Θεό με πολλά δάκρυα και πένθιμα άσματα με τα χέρια υψωμένα στο Θεό, να στείλει πάλι γρήγορα τη βοήθειά του.

26. Κι ενώ ακόμα δεν είχε ανατείλει ο ήλιος, κι ο βασιλιάς υποδεχόταν τους φίλους του, παρουσιάστηκε ο Έρμωνας και τον παρακαλούσε να βγει, υπενθυμίζοντας ότι η διαταγή του θα έπρεπε να εκτελεστεί αμέσως.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Γ΄ Μακκαβαιων 5