Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Γ΄ Μακκαβαιων 1:11-18 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

11. Οι Ιουδαίοι τού εξήγησαν ότι αυτό δεν έπρεπε να γίνει, γιατί ούτε στους λαϊκούς Ιουδαίους επιτρεπόταν να μπουν στο ναό ούτε καν στους ιερείς, παρά μόνο στον επικεφαλής τους, τον αρχιερέα, και σ’ αυτόν μία φορά το χρόνο. Ο Πτολεμαίος όμως με κανέναν τρόπο δεν τους άκουγε.

12. Μολονότι μάλιστα διαβάστηκε μπροστά του ο νόμος, ούτε τότε παραιτήθηκε από την αξίωσή του να μπει στο ναό, και τους είπε: «Κι αν όλοι αυτοί στερήθηκαν τούτη την τιμή, εγώ δεν πρέπει να τη στερηθώ».

13. Τότε ρώτησε να μάθει για ποιο λόγο, όταν έμπαινε σ’ όλους τους άλλους ναούς, κανείς από τους παρευρισκομένους δεν τον εμπόδιζε.

14. Και κάποιος απερίσκεπτα και για να κάνει επίδειξη, απάντησε: «Και αυτό κακώς γινόταν».

15. Μετά απ’ αυτό, είπε για κάποιο λόγο ο βασιλιάς: «Εγώ θα μπω, είτε το θέλουν αυτοί είτε όχι».

16. Οι ιερείς με τις στολές τους είχαν γονατίσει και παρακαλούσαν τον ύψιστο Θεό να τους βοηθήσει στην κατάσταση που βρίσκονταν, και ν’ αποτρέψει το βασιλιά, ο οποίος επιχειρούσε την ασεβή αυτή πράξη· κι ο ναός αντηχούσε από τους θρήνους τους.

17. Τότε όσοι είχαν απομείνει στην πόλη ταράχτηκαν κι έτρεξαν προς τα ’κει, γιατί κατάλαβαν ότι κάτι παράξενο συνέβαινε.

18. Οι κοπέλες που ήταν κλεισμένες στα δωμάτιά τους μαζί με τις μανάδες τους, έτρεχαν έξω κι έβαζαν χώμα στα μαλλιά τους και οι πλατείες της πόλης βούιζαν από τους θρήνους και τους στεναγμούς τους.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Γ΄ Μακκαβαιων 1