Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Α΄ Μακκαβαιων 7:1-7 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

1. Το έτος 151 ο Δημήτριος, γιος του Σέλευκου, ξεκίνησε από τη Ρώμη και κατευθύνθηκε με λίγους άντρες σε μια παραθαλάσσια πόλη και αυτοαναγορεύτηκε εκεί βασιλιάς.

2. Καθώς έμπαινε στο ανάκτορο των προγόνων του, ο στρατός συνέλαβε τον Αντίοχο και το Λυσία για να τους φέρουν σ’ αυτόν.

3. Αυτός όταν το έμαθε είπε: «Ούτε να τους δω δεν θέλω».

4. Ο στρατός τούς σκότωσε επιτόπου κι έτσι ο Δημήτριος κατέλαβε το θρόνο.

5. Τότε ήρθαν σ’ αυτόν όλοι οι άπιστοι και ασεβείς Ισραηλίτες με αρχηγό τους τον Άλκιμο, ο οποίος ήθελε να γίνει αρχιερέας.

6. Αυτοί κατηγόρησαν όλους τους άλλους Ιουδαίους στο βασιλιά: «Ο Ιούδας και τ’ αδέρφια του», του είπαν, «σκότωσαν όλους τους συντρόφους σου, κι εμάς μας έδιωξαν από τη χώρα μας.

7. Στείλε, λοιπόν, έναν έμπιστό σου να πάει και να δει όλη την καταστροφή, που έχει προξενήσει ο Ιούδας στις περιοχές μας και στις βασιλικές κτήσεις κι ας τιμωρήσει τον Ιούδα, τ’ αδέρφια του και όλους τους συνεργάτες τους».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Α΄ Μακκαβαιων 7