Καινή Διαθήκη

Πραξεισ Αποστολων 27:25-37 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

25. Διὰ τοῦτο ἔχετε θάρρος, ὦ ἄνδρες· πιστεύω εἰς τὸν Θεόν, ὅτι ἔτσι θὰ συμβῇ καθὼς μοῦ ἐλέχθη.

26. Πρέπει ὅμως νὰ πέσωμεν ἔξω σὲ κάποιο νησί».

27. Τὴν δεκάτην τετάρτην νύχτα, ἐνῷ ἐφερόμεθα ἀκόμη εἰς τὸ Ἀδριατικὸν πέλαγος, οἱ ναῦται, κατὰ τὰ μεσάνυχτα, ἔνοιωσαν ὅτι κάποια ξηρὰ ἦτο πλησίον.

28. Ἐβυθομέτρησαν, εὑρῆκαν εἴκοσι ὀργυιές, ὅταν δὲ πέρασε ὀλίγον διάστημα καὶ πάλιν ἐβυθομέτρησαν, εὑρῆκαν δέκα πέντε ὀργυιές.

29. Ἐπειδὴ ἐφοβοῦντο μήπως πέσωμεν σὲ πετρώδεις τόπους, ἔρριξαν ἀπὸ τὴν πρύμναν τέσσερις ἄγκυρες καὶ παρακαλοῦσαν νὰ ξημερώσῃ.

30. Ἀλλ᾽ οἱ ναῦται ἐζητοῦσαν νὰ φύγουν ἀπὸ τὸ πλοῖον καὶ εἶχαν κατεβάσει τὴν λέμβον εἰς τὴν θάλασσαν μὲ τὴν πρόφασιν ὅτι θὰ ρίξουν ἄγκυρες καὶ ἀπὸ τὴν πρώραν.

31. Τότε εἶπε ὁ Παῦλος εἰς τὸν ἑκατόνταρχον καὶ τοὺς στρατιώτας, «Ἐὰν αὐτοὶ δὲν μείνουν εἰς τὸ πλοῖον, δὲν θὰ μπορέσετε σεῖς νὰ σωθῆτε».

32. Οἱ στρατιῶται τότε ἀπέκοψαν τὰ σχοινιὰ τῆς λέμβου καὶ τὴν ἄφησαν νὰ πέσῃ ἔξω.

33. Ἐνῷ ἐπερίμεναν νὰ ξημερώσῃ, ὁ Παῦλος προέτρεπε ὅλους νὰ φάγουν, λέγων, «Σήμερα εἶναι ἡ δεκάτη τετάρτη ἡμέρα ποὺ εἶσθε εἰς ἀναμονὴν καὶ νηστικοί, χωρὶς νὰ ἔχετε πάρει τίποτε.

34. Γι᾽ αὐτὸ σᾶς παρακαλῶ νὰ φᾶτε, διότι πρόκειται περὶ τῆς ζωῆς σας· κανενὸς ἀπὸ σᾶς δὲν θὰ πέσῃ οὔτε τρίχα τῆς κεφαλῆς του».

35. Ὅταν εἶπε αὐτά, ἐπῆρε ψωμί, εὐχαρίστησε τὸν Θεὸν ἐνώπιον ὅλων καὶ ἀφοῦ τὸ ἔκοψε ἄρχισε νὰ τρώγῃ.

36. Τότε ἐπῆραν ὅλοι θάρρος καὶ ἔφαγαν καὶ αὐτοί.

37. Εἰς τὸ πλοῖον ἤμεθα ἐν συνόλῳ διακόσια ἑβδομῆντα ἕξη πρόσωπα.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Πραξεισ Αποστολων 27