Καινή Διαθήκη

Πραξεισ Αποστολων 16:11-20 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

11. Ἀφοῦ λοιπὸν ξεκινήσαμε ἀπὸ τὴν Τρῳάδα, ἐπλεύσαμεν κατ᾽ εὐθεῖαν εἰς τὴν Σαμοθράκην, τὴν δὲ ἑπομένην εἰς τὴν Νεάπολιν

12. καὶ ἀπ᾽ ἐκεῖ εἰς τοὺς Φιλίππους, ἡ ὁποία εἶναι ἡ πρώτη πόλις τῆς περιοχῆς ἐκείνης τῆς Μακεδονίας, μία ἀποικία Ρωμαϊκή, καὶ ἐμείναμεν εἰς τὴν πόλιν αὐτὴν μερικὲς ἡμέρες.

13. Τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου ἐβγήκαμε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν σὲ μέρος κοντὰ εἰς τὸν ποταμόν, ὅπου ἐνομίζαμεν ὅτι ὑπῆρχε τόπος προσευχῆς καὶ ἐκαθήσαμε καὶ ἐμιλούσαμε στὶς γυναῖκες ποὺ εἶχαν μαζευθῆ ἐκεῖ.

14. Κάποια γυναῖκα ἀπὸ τὴν πόλιν τῶν Θυατείρων, ὀνομαζομένη Λυδία, ἡ ὁποία ἐπωλοῦσε πορφύραν, γυναῖκα θεοσεβής, ἄκουε καὶ ὁ Κύριος τῆς ἄνοιξε τὴν καρδιά, διὰ νὰ προσέχῃ εἰς ὅσα ἔλεγε ὁ Παῦλος.

15. Ὅταν ἐβαπτίσθηκε αὐτὴ καὶ οἱ οἰκιακοί της, μᾶς εἶπε, «Ἐὰν μὲ ἐκρίνατε ὅτι εἶμαι πιστὴ εἰς τὸν Κύριον, ἐλᾶτε νὰ μείνετε εἰς τὸ σπίτι μου», καὶ μᾶς ἐπίεζε.

16. Καθὼς ἐπηγαίναμεν εἰς τὸν τόπον τῆς προσευχῆς μᾶς συνήντησε κάποια ὑπηρέτρια ποὺ εἶχε πνεῦμα μαντικόν, καὶ μὲ τὴν μαντείαν ἔφερνε πολλὰ κέρδη εἰς τοὺς κυρίους της.

17. Αὐτὴ ἀκολούθησε τὸν Παῦλον καὶ ἐμᾶς καὶ ἐφώναζε, «Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, καὶ σᾶς ἀναγγέλλουν τὸν δρόμον τῆς σωτηρίας».

18. Αὐτὸ τὸ ἔκανε πολλὲς ἡμέρες. Ὁ Παῦλος ἦτο πολὺ ἀγανακτισμένος καὶ στραφεὶς εἶπε εἰς τὸ πνεῦμα, «Σὲ διατάσσω εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ βγῇς ἀπὸ αὐτήν». Καὶ ἐκείνην τὴν στιγμὴν ἐβγῆκε.

19. Ὅταν ὅμως οἱ κύριοί της εἶδαν ὅτι ἐχάθηκε ἡ ἐλπίδα τῶν κερδῶν τους, ἔπιασαν τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σίλαν καὶ τοὺς ἔσυραν εἰς τὴν ἀγορὰν πρὸς τὰς ἀρχάς,

20. καὶ ὅταν τοὺς ἔφεραν εἰς τοὺς στρατηγοὺς εἶπαν, «Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι εἶναι Ἰουδαῖοι, δημιουργοῦν ταραχὴν εἰς τὴν πόλιν μας·

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Πραξεισ Αποστολων 16