Καινή Διαθήκη

Κατα Ματθαιον 20:5-15 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

5. Ἐπῆγαν καὶ ἐκεῖνοι. Πάλιν ὅταν ἐβγῆκε κατὰ τὴν ἕκτην καὶ τὴν ἐνάτην ὥραν, ἔκανε τὸ ἴδιο.

6. Ὅταν ἐβγῆκε κατὰ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν, εὑρῆκε ἄλλους νὰ στέκωνται χωρὶς δουλειὰ καὶ τοὺς λέγει, «Γιατί στέκεσθε ἐδῶ ὅλην τὴν ἡμέραν χωρὶς δουλειά;».

7. Λέγουν εἰς αὐτόν, «Διότι κανένας δὲν μᾶς ἐμίσθωσε». Καὶ αὐτὸς τοὺς λέγει, «Πηγαίνετε καὶ σεῖς στὸ ἀμπέλι καὶ θὰ πάρετε ὅ,τι εἶναι σωστό».

8. Ὅταν ἐβράδυασε λέγει ὁ ἰδιοκτήτης τοῦ ἀμπελιοῦ εἰς τὸν ἐπίτροπόν του, «Φώναξε τοὺς ἐργάτας καὶ δῶσέ τους τὸ ἡμερομίσθιον, ἀφοῦ ἀρχίσῃς ἀπὸ τοὺς τελευταίους μέχρι τῶν πρώτων».

9. Ὅταν ἦλθαν ἐκεῖνοι, ποὺ τοὺς προσέλαβε κατὰ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν, ἐπῆραν ἀπὸ ἕνα δηνάριον.

10. Ὅταν ἦλθαν οἱ πρῶτοι, ἐνόμισαν ὅτι θὰ πάρουν περισσότερα, ἀλλ᾽ ἐπῆραν καὶ αὐτοὶ ἀπὸ ἕνα δηνάριον.

11. Καὶ ὅταν τὸ ἐπῆραν, παρεπονοῦντο κατὰ τοῦ οἰκοδεσπότου

12. καὶ ἔλεγαν, «Αὐτοὶ οἱ τελευταῖοι ἐργάσθηκαν μίαν ὥραν καὶ τοὺς ἔκανες ἴσους μ᾽ ἐμᾶς, ποὺ ἐβαστάξαμε τὸ βάρος τῆς ἡμέρας καὶ τὴν ζέστη».

13. Αὐτὸς δὲ ἀπεκρίθη εἰς ἕνα ἀπὸ αὐτούς, «Φίλε, δὲν σὲ ἀδικῶ. Δὲν συμφώνησες μαζί μου ἕνα δηνάριον;

14. Πάρε ὅ,τι συμφωνήσαμε καὶ φύγε· ἐγὼ θέλω εἰς τοῦτον τὸν τελευταῖον νὰ δώσω ὅσα καὶ σ᾽ ἐσένα.

15. Δὲν ἔχω δικαίωμα νὰ κάνω μὲ τὴν περιουσία μου ὅ,τι θέλω; Ἢ εἶναι πονηρὸ τὸ μάτι σου, ἐπειδὴ ἐγὼ εἶμαι καλός;».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ματθαιον 20