Καινή Διαθήκη

Κατα Μαρκον 11:5-23 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

5. Μερικοὶ ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἐστέκοντο ἐκεῖ, τοὺς εἶπαν, «Τί κάνετε καὶ λύνετε τὸ πουλάρι;».

6. Αὐτοὶ τοὺς ἀπήντησαν ὅπως τοὺς παρήγγειλε ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐκεῖνοι τοὺς ἄφησαν.

7. Καὶ ἔφεραν τὸ πουλάρι εἰς τὸν Ἰησοῦν καὶ βάζουν εἰς αὐτὸ τὰ ἐνδύματά τους καὶ ἐκάθησε ἐπάνω του.

8. Καὶ πολλοὶ ἔστρωσαν τὰ ἐνδύματά τους εἰς τὸν δρόμον, ἄλλοι δὲ ἔκοβαν κλαδιὰ ἀπὸ τὰ δένδρα καὶ ἔστρωναν εἰς τὸν δρόμον.

9. Καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐβάδιζαν ἐμπρὸς καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἀκολουθοῦσαν, ἐφώναζαν, Ὡσαννά· εὐλογημένος ἐκεῖνος, ποὺ ἔρχεται εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου.

10. Εὐλογημένη ἂς εἶναι ἡ ἐρχομένη βασιλεία εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ πατέρα μας Δαυΐδ, Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις.

11. Καὶ ἐμπῆκε ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα εἰς τὸν ναὸν καὶ ἀφοῦ ἐκύτταξε γύρω παντοῦ, ἐπειδὴ ἡ ὥρα ἦτο ἤδη προχωρημένη, ἐβγῆκε εἰς τὴν Βηθανίαν μαζὶ μὲ τοὺς δώδεκα.

12. Τὴν ἑπομένην ἡμέραν, ὅταν ἐβγῆκαν ἀπὸ τὴν Βηθανίαν, ἐπείνασε.

13. Καὶ ὅταν εἶδε ἀπὸ μακρυὰ μιὰ συκιὰ μὲ φύλλα, ἐπῆγε μήπως τυχὸν βρῆ κάτι σ᾽ αὐτήν. Ἀλλ᾽ ὅταν ἦλθε ἐκεῖ, δὲν βρῆκε τίποτε παρὰ φύλλα διότι δὲν ἦτο ὁ καιρὸς τῶν σύκων.

14. Καὶ τότε τῆς εἶπε, «Κανεὶς πλέον νὰ μὴ φάγῃ ποτὲ καρπὸν ἀπὸ σέ». Καὶ ἄκουαν οἱ μαθηταί του.

15. Καὶ ἔρχονται εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα. Καὶ ὅταν ἐμπῆκε εἰς τὸν ναόν, ἄρχισε νὰ διώχνῃ ἐκείνους ποὺ ἐπωλοῦσαν καὶ ἀγόραζαν εἰς τὸν ναὸν καὶ ἀνέτρεψε τὰ τραπέζια τῶν ἀργυραμοιβῶν καὶ τὰ καθίσματα ἐκείνων ποὺ ἐπωλοῦσαν περιστέρια

16. καὶ δὲν ἐπέτρεπε νὰ μεταφέρῃ κανεὶς τίποτε διὰ μέσου τοῦ ναοῦ.

17. Καὶ ἐδίδασκε καὶ τοὺς ἔλεγε, «Δὲν εἶναι γραμμένον ὅτι ὁ οἶκός μου θὰ ὀνομασθῇ οἶκος προσευχῆς δι᾽ ὅλα τὰ ἔθνη; Σεῖς ὅμως τὸν ἐκάνατε φωληὰ ληστῶν».

18. Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς ἄκουσαν τί συνέβη καὶ ἐζητοῦσαν μέσον διὰ νὰ τὸν ἐξολοθρεύσουν, διότι τὸν ἐφοβοῦντο ἐπειδὴ ὅλος ὁ κόσμος ἦτο κατάπληκτος ἀπὸ τὴν διδασκαλίαν του.

19. Καὶ ὅταν ἐβράδυασε ἐβγῆκε ἀπὸ τὴν πόλιν.

20. Τὸ πρωῒ καθὼς ἐπερνοῦσαν ἀπὸ κοντὰ εἶδαν τὴν συκιὰ ξεραμένη ἀπὸ τὴν ρίζαν.

21. Καὶ ἐθυμήθηκε ὁ Πέτρος καὶ τοῦ λέγει, «Ραββί, κύτταξε, ἡ συκιὰ ποὺ καταράσθηκες, ἔχει ξεραθῆ».

22. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη, «Νὰ ἔχετε πίστιν εἰς τὸν Θεόν.

23. Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ὅποιος πῇ εἰς τὸ βουνὸ αὐτό, «Σήκω καὶ μετατοπίσου εἰς τὴν θάλασσαν», καὶ δὲν ἀμφιβάλλει μέσα του ἀλλὰ πιστεύει ὅτι ἐκεῖνο ποὺ λέγει, γίνεται, θὰ τοῦ γίνῃ ὅ,τι ἂν πῇ.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Μαρκον 11