Καινή Διαθήκη

Κατα Ιωαννην 8:34-52 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

34. Ἀπεκρίθη εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς, «Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι καθένας ποὺ κάνει ἁμαρτίαν, εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας.

35. Ὁ δὲ δοῦλος δὲν μένει εἰς τὸ σπίτι παντοτεινά· ὁ Υἱὸς μένει παντοτεινά.

36. Ἐὰν λοιπὸν ὁ Υἱὸς σᾶς ἐλευθερώσῃ, θὰ εἶσθε πραγματικὰ ἐλεύθεροι.

37. Ξέρω ὅτι εἶσθε ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ, ἀλλὰ ζητᾶτε νὰ μὲ σκοτώσετε, διότι ὁ λόγος μου δὲν ἔχει θέσιν μέσα σας.

38. Ἐγὼ ἐκεῖνο ποὺ εἶδα κοντὰ εἰς τὸν Πατέρα μου διακηρύττω, καὶ σεῖς ὅ,τι ἔχετε μάθει ἀπὸ τὸν πατέρα σας κάνετε».

39. Ἀπεκρίθησαν εἰς αὐτόν, «Ὁ πατέρας μας εἶναι ὁ Ἀβραάμ». Λέγει εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς, «Ἐὰν ἤσαστε παιδιὰ τοῦ Ἀβραάμ, θὰ ἐκάνατε τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραάμ,

40. ἀλλὰ τώρα ζητᾶτε νὰ μὲ σκοτώσετε, ἄνθρωπον ποὺ σᾶς εἶπα τὴν ἀλήθειαν, ποὺ ἄκουσα ἀπὸ τὸν Θεόν. Αὐτὸ δὲν τὸ ἔκανε ὁ Ἀβραάμ.

41. Σεῖς κάνετε τὰ ἔργα τοῦ πατέρα σας». Ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν, «Ἐμεῖς δὲν ἐγεννηθήκαμε ἀπὸ πορνείαν, ἕνα Πατέρα ἔχομεν, τὸν Θεόν».

42. Τότε ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Ἐὰν ὁ Θεὸς ἦτο Πατέρας σας, θὰ μὲ ἀγαπούσατε, διότι ἐγὼ ἀπὸ τὸν Θεὸν ἐβγῆκα καὶ ἦλθα ἐδῶ. Δὲν ἦλθα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν μου ἀλλ᾽ ἐκεῖνος μὲ ἔστειλε.

43. Γιατί δὲν καταλαβαίνετε τὴν γλῶσσάν μου; Διότι εἶσθε ἀνίκανοι νὰ ἀκοῦτε τὸν λόγον μου.

44. Σεῖς κατάγεσθε ἀπὸ τὸν πατέρα σας, τὸν διάβολον, καὶ τὰς ἐπιθυμίας τοῦ πατέρα σας θέλετε νὰ κάνετε. Ἐκεῖνος ἀπὸ τὴν ἀρχὴν ἦτο ἀνθρωποκτόνος καὶ δὲν στέκεται εἰς τὴν ἀλήθειαν, διότι δὲν ὑπάρχει ἀλήθεια μέσα του. Ὅταν λέγῃ ψεύδη, μιλεῖ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του, διότι εἶναι ψεύτης καὶ πατέρας τοῦ ψεύδους.

45. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ ἐγὼ λέγω τὴν ἀλήθειαν, δὲν μὲ πιστεύετε.

46. Ποιός ἀπὸ σᾶς μπορεῖ νὰ μὲ ἐλέγξῃ δι᾽ ἁμαρτίαν; Καὶ ἐὰν λέγω τὴν ἀλήθειαν, γιατί δὲν μὲ πιστεύετε;

47. Ὅποιος εἶναι ἀπὸ τὸν Θεόν, ἀκούει τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Διὰ τοῦτο σεῖς δὲν ἀκοῦτε, διότι δὲν εἶσθε ἀπὸ τὸν Θεόν.

48. Ἀπεκρίθησαν τότε οἱ Ἰουδαῖοι, «Καλὰ δὲν λέμε ὅτι εἶσαι Σαμαρείτης καὶ ἔχεις δαιμόνιον;».

49. Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς, «Ἐγὼ δαιμόνιον δὲν ἔχω ἀλλὰ τιμῶ τὸν Πατέρα μου, καὶ σεῖς μὲ ἀτιμάζετε.

50. Ἐγὼ δὲν ζητῶ τὴν δόξαν μου. Ὑπάρχει ἐκεῖνος ποὺ τὴν ζητεῖ καὶ κρίνει.

51. Ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ἐὰν κανεὶς φυλάξῃ τὸν λόγον μου, δὲν θὰ ἰδῇ ποτὲ θάνατον».

52. Εἶπαν εἰς αὐτὸν οἱ Ἰουδαῖοι, «Τώρα εἴμεθα βέβαιοι ὅτι ἔχεις δαιμόνιον. Ὁ Ἀβραὰμ πέθανε καὶ οἱ προφῆται καὶ σὺ λές, «Ἐὰν κανεὶς φυλάξῃ τὸν λόγον μου, δὲν θὰ γευθῇ ποτὲ θάνατον».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ιωαννην 8