Καινή Διαθήκη

Ιακωβου 1:9-16 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

9. Ἂς καυχᾶται ὁ ἀδελφὸς ὁ ἄσημος διὰ τὴν ἀνύψωσίν του,

10. καὶ ὁ πλούσιος διὰ τὴν ταπείνωσίν του, διότι θὰ παρέλθῃ σὰν τὸ ἄνθος τοῦ χορταριοῦ.

11. Μόλις ἀνέτειλε ὁ ἥλιος μὲ καυστικὴν θερμότητα, ἐξεράθηκε τὸ χορτάρι, τὸ ἄνθος του ἔπεσε καὶ ἡ ὡραιότης τῆς ἐμφανίσεώς του ἐχάθηκε. Ἔτσι καὶ ὁ πλούσιος θὰ μαραθῇ μέσα εἰς τὰς ἀσχολίας του.

12. Μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ὑπομένει δοκιμασίαν, διότι ὅταν ἀποδειχθῇ ἄξιος, θὰ λάβῃ τὸ στεφάνι τῆς ζωῆς, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος εἰς ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν.

13. Κανένας ἂς μὴ λέγῃ, ὅταν πειράζεται, «Ἀπὸ τὸν Θεὸν πειράζομαι», διότι ὁ Θεὸς δὲν πειράζεται ἀπὸ τὸ κακὸν καὶ ὁ ἴδιος δὲν πειράζει κανένα.

14. Ὁ καθένας πειράζεται ὅταν παρασύρεται καὶ δελεάζεται ἀπὸ τὴν δικήν του ἐπιθυμίαν.

15. Ἔπειτα ἡ ἐπιθυμία, ὅταν συλλάβῃ, γεννᾶ τὴν ἁμαρτίαν, ἡ δὲ ἁμαρτία, ὅταν ὡριμάσῃ, γεννᾶ τὸν θάνατον.

16. Μὴ πλανᾶσθε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί·

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Ιακωβου 1