8. Ποιος περιόρισε τη θάλασσα με πύλες,σαν πρόβαλε απ’ τα μητρικάσπλάχνα της γης μ’ ορμή;
9. Εγώ την έντυσα με σύννεφακαι τη σπαργάνωσα με ομίχλη.
10. Όρια της χάραξα, την κράτησαπίσω από πύλες κλειδαμπαρωμένες.
11. Της είπα: «Ως εδώ θα ’ρχεσαι·ούτε γραμμή πιο πέρα!Εδώ θα σπάζουν τα περήφανά σου κύματα».
12. Μες στη ζωή σου πρόσταξες ποτέτη μέρα να φανεί;ή μήπως είπες στην αυγήπού να προβάλει;
13. να πιάσει από τις άκρες της τη γη,να την τινάξει κι οι ασεβείς να σκορπιστούνε;
14. Στο φως της μέρας τα βουνάκι οι λαγκαδιές προβάλλουνσαν τις πτυχές μιας φορεσιάς.
15. Αλλά στο φωςτων ασεβών τα έργα δεν ευδοκιμούν·και κάθε χέρι που υψωνόταν βίαιοθα πέσει συντριμμένο.