Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Ιωβ 31:13-27 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

13. Αν κάποτε το δίκιο του δούλου μου ή της δούλης μου παρέβλεψαστις διαφορές που μπορεί να ’χανε μαζί μου,

14. πώς θα μπορέσω να σταθώ μπρος στο Θεόκαι τι θα του αποκριθώ όταν με κρίνει;

15. Γιατί, αυτός που μ’ έπλασε,μήπως δεν έπλασε κι εκείνους;ο ίδιος δεν μας εσχημάτισε στη μητρική κοιλιά;

16. Ποτέ μου στους φτωχούς ό,τι ζητούσαν δεν τ’ αρνήθηκα,ούτε άφησα μες στην απελπισία τις χήρες.

17. Ποτέ δεν έφαγα μονάχος το ψωμί μου,χωρίς να φάνε απ’ αυτό και τα ορφανά,

18. γιατί εγώ τα μεγάλωσα από μικράσαν να ’μουνα πατέρας,κι από την ώρα που γεννήθηκαν τα καθοδήγησα.

19. Όταν έβλεπα κάποιον που ρούχα δεν είχε να ντυθεί,έναν φτωχό που σκεπάσματα δεν είχε,

20. του ’δινα από τα πρόβατά μουμάλλινο ρούχο για να ζεσταθείκι αυτός από καρδιάς μ’ ευχαριστούσε.

21. Αν χέρι σήκωσα πάνω σε ορφανό,επειδή έβλεπα πως είχατων δικαστών την υποστήριξη,

22. το χέρι μου ας σπάσει απ’ τον αγκώνα,κι ας ξεκολλήσει από τον ώμο μου.

23. Με τρόμαζε η τιμωρία του Θεού·μπρος στη μεγαλοσύνη τουν’ αντέξω δεν μπορούσα.

24. Ποτέ μου το χρυσάφι δεν το εμπιστεύτηκαούτε και το λογάριασα ποτέ για σιγουριά μου.

25. Για τα πολλά μου πλούτη δεν περηφανεύτηκαούτε για όσα με τα χέρια μου μπόρεσα ν’ αποκτήσω.

26. Κοιτάζοντας τον ήλιο και τη λάμψη τουή τη μαγευτική πορεία της σελήνης,

27. ποτέ μου ενδόμυχα δεν γοητεύτηκαούτε ποτέ λατρευτικά τους έστειλα φιλιά.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Ιωβ 31