Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Γενεσισ 19:25-37 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

25. Οι πόλεις εκείνες και οι κάτοικοί τους καθώς και όλη η γύρω περιοχή και η βλάστησή της καταστράφηκαν.

26. Η γυναίκα όμως του Λωτ κοίταξε πίσω και έγινε στήλη άλατος.

27. Το άλλο πρωί, σηκώθηκε ο Αβραάμ και πήγε στον τόπο όπου είχε συναντηθεί με το Θεό.

28. Κοίταξε προς τα Σόδομα και τα Γόμορρα και σ’ όλη τη γύρω περιοχή και είδε ν’ ανεβαίνει από τη γη καπνός, σαν να ήταν καπνός από καμίνι.

29. Όταν ο Θεός κατέστρεψε τις πόλεις της περιοχής, όπου κατοικούσε ο Λωτ, θυμήθηκε τον Αβραάμ και έσωσε το Λωτ από την καταστροφή.

30. Ο Λωτ φοβόταν να μείνει στη Σηγώρ. Γι’ αυτό έφυγε από ’κει και κατοίκησε στα βουνά σε μια σπηλιά μαζί με τις δύο κόρες του.

31. Μια μέρα, η μεγαλύτερη κόρη είπε στη μικρότερη: «Ο πατέρας μας γέρασε και δεν υπάρχει στην περιοχή άντρας να συνευρεθεί μαζί μας, όπως γίνεται σ’ όλον τον κόσμο.

32. Έλα να μεθύσουμε τον πατέρα μας με κρασί και να πλαγιάσουμε μαζί του για ν’ αφήσουμε απογόνους απ’ αυτόν».

33. Μέθυσαν λοιπόν τον πατέρα τους με κρασί εκείνη τη νύχτα, και πήγε η μεγαλύτερη και κοιμήθηκε μαζί του. Εκείνος όμως δεν την κατάλαβε ούτε όταν ξάπλωσε ούτε όταν σηκώθηκε.

34. Την άλλη μέρα η μεγάλη κόρη είπε στη μικρή: «Χτες βράδυ πλάγιασα εγώ με τον πατέρα μας. Έλα να τον μεθύσουμε κι απόψε και μετά πήγαινε να κοιμηθείς κι εσύ μαζί του, για ν’ αφήσουμε απογόνους απ’ αυτόν».

35. Μέθυσαν λοιπόν και εκείνη τη νύχτα τον πατέρα τους και πήγε η μικρότερη και πλάγιασε μαζί του. Αλλά και πάλι εκείνος δεν την κατάλαβε ούτε όταν ξάπλωσε ούτε όταν σηκώθηκε.

36. Έτσι οι δύο κόρες του Λωτ έμειναν έγκυοι από τον πατέρα τους.

37. Η μεγαλύτερη γέννησε γιο και τον ονόμασε Μωάβ. Αυτός είναι ο γενάρχης των σημερινών Μωαβιτών.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Γενεσισ 19