Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Β΄ Σαμουηλ (Ή Βασιλειων Β΄) 13:9-19 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

9. Ύστερα τις έφερε με το τηγάνι και τις άδειασε μπροστά του. Αλλά ο Αμνών αρνήθηκε να φάει και διάταξε να τους βγάλουν όλους έξω από το δωμάτιο. Όταν βγήκαν όλοι έξω,

10. είπε στην Ταμάρ: «Φέρε το φαγητό στο κρεβάτι μου να με ταΐσεις με το χέρι σου». Εκείνη έφερε στο κρεβάτι του αδερφού της τις πίτες που είχε φτιάξει.

11. Καθώς του τις έδινε για να φάει, εκείνος την έπιασε και της είπε: «Έλα, πλάγιασε μαζί μου, αδερφή μου».

12. Αυτή του απάντησε: «Όχι, αδερφέ μου. Μη με ατιμάσεις! Τέτοιο πράγμα δεν πρέπει να γίνει στο λαό του Ισραήλ. Μην κάνεις αυτή την ανοησία.

13. Πώς θα μπορέσω ν’ αντέξω τέτοια ντροπή! Κι εσύ θα θεωρείσαι άτιμος από όλους τους Ισραηλίτες. Μίλησε καλύτερα στο βασιλιά· ασφαλώς δε θα αρνηθεί να με δώσει σ’ εσένα».

14. Ο Αμνών όμως δεν ήθελε να την ακούσει, και καθώς ήταν δυνατότερος απ’ αυτήν, την υποχρέωσε να πλαγιάσει μαζί του και τη βίασε.

15. Μετά ο Αμνών τη μίσησε τρομερά. Τόσο, που το μίσος του γι’ αυτήν ήταν μεγαλύτερο από τον έρωτά του. Της λέει, λοιπόν, «Σήκω και φύγε».

16. «Όχι, αδερφέ μου», του απάντησε εκείνη. «Μη με διώχνεις. Το κακό αυτό θα είναι μεγαλύτερο από το άλλο που μου ’κανες». Εκείνος όμως δεν άκουγε τίποτα.

17. Φώναξε το νεαρό υπηρέτη του και τον διάταξε: «Πάρ’ την από μπροστά μου· βγάλ’ την έξω κι αμπάρωσε και την πόρτα».

18. Ο υπηρέτης την έβγαλε έξω κι αμπάρωσε την πόρτα.Η Ταμάρ φορούσε χιτώνα με μανίκια, που έφτανε ως τα πόδια. Έτσι ντύνονταν οι παρθένες κόρες του βασιλιά, από την παλιά εποχή.

19. Έβαλε, λοιπόν, στάχτη στο κεφάλι της κι έσκισε το μακρύ χιτώνα που φορούσε, με τα μανίκια· έβαλε τα χέρια πάνω στο κεφάλι της και προχωρούσε φωνάζοντας.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Β΄ Σαμουηλ (Ή Βασιλειων Β΄) 13