Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Β΄ Μακκαβαιων 8:8-23 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

8. Ο Φίλιππος, κυβερνήτης της Ιερουσαλήμ, έβλεπε πως ο άνθρωπος αυτός σιγά σιγά κέρδιζε έδαφος και οι νίκες του γίνονταν όλο και συχνότερες. Γι’ αυτό έγραψε στον Πτολεμαίο, κυβερνήτη της Κοίλης Συρίας και της Φοινίκης, ζητώντας τη βοήθειά του στην υπεράσπιση των βασιλικών συμφερόντων.

9. Ο Πτολεμαίος διόρισε αμέσως τον Νικάνορα, γιο του Πάτροκλου, που ανήκε στον κύκλο των φίλων του βασιλιά, επικεφαλής είκοσι χιλιάδων περίπου αντρών διαλεγμένων απ’ όλα τα έθνη που είχε υποδουλώσει, με τη διαταγή να εξαφανίσει το γένος των Ιουδαίων. Του έδωσε επίσης στρατηγό το Γοργία, που διέθετε μεγάλη πολεμική πείρα.

10. Ο Νικάνωρ ανέλαβε την υποχρέωση να ξεπληρώσει στους Ρωμαίους το φόρο που όφειλε σ’ αυτούς ο βασιλιάς Αντίοχος και που ανερχόταν σε δύο χιλιάδες τάλαντα. Αυτά θα τα εισέπραττε πουλώντας Ιουδαίους αιχμαλώτους για δούλους.

11. Αμέσως έστειλε απεσταλμένους στις παραλιακές πόλεις και παρότρυνε τους εμπόρους τους να αγοράζουν Ιουδαίους αιχμαλώτους για δούλους· θα τους πουλούσε σ’ αυτούς ο ίδιος, προς ένα τάλαντο τους ενενήντα αιχμαλώτους. Δεν ήξερε όμως ότι τον περίμενε η τιμωρία του παντοδύναμου Θεού.

12. Όταν ο Ιούδας πληροφορήθηκε ότι ο Νικάνωρ σχεδίαζε επίθεση, μετέδωσε στους άντρες του την είδηση, ότι εμφανίστηκε ο στρατός του Νικάνορα.

13. Τότε, όσοι ήταν δειλοί και δεν πίστευαν στη δικαιοσύνη του Θεού, έφυγαν και πήγαν σ’ άλλον τόπο.

14. Οι υπόλοιποι πουλούσαν ό,τι τους είχε απομείνει και παρακαλούσαν όλοι μαζί τον Κύριο να τους σώσει από τον ασεβή Νικάνορα, που τους είχε κιόλας πουλήσει δούλους, πριν ακόμη πολεμήσει εναντίον τους.

15. Του ζητούσαν να τους σώσει, έστω κι αν δεν το άξιζαν, χάρη στις υποσχέσεις που είχε δώσει στους προγόνους τους και επειδή αυτός ο άγιος και θαυμαστός Θεός τούς είχε κάνει λαό του.

16. Ο Μακκαβαίος συγκέντρωσε τους άντρες του, έξι χιλιάδες άτομα, και τους εμψύχωσε να μην πανικοβληθούν από το μεγάλο πλήθος των εχθρών που άδικα ήθελαν να επιτεθούν εναντίον τους, αλλά ν’ αγωνιστούν με γενναιότητα.

17. Να θυμηθούν τη μεγάλη προσβολή που έκαναν οι εχθροί τους ενάντια στο ναό, πώς έκαναν την Ιερουσαλήμ να υποφέρει, καθώς έγινε αντικείμενο εμπαιγμού, και πώς κατήργησαν το πολίτευμα που είχαν εγκαθιδρύσει οι πρόγονοί τους.

18. «Αυτοί», τους έλεγε, «στηρίζονται στα όπλα και στο θράσος τους, εμείς όμως έχουμε στηρίξει την εμπιστοσύνη μας στον παντοδύναμο Θεό, που μπορεί με ένα νεύμα του να συντρίψει όχι μόνο όσους μας επιτίθενται αλλά κι όλο τον κόσμο».

19. Επίσης τους διηγήθηκε τις περιπτώσεις που ο Θεός είχε βοηθήσει τους προγόνους τους, και πώς στην εποχή του Σενναχειρίμ καταστράφηκαν οι εχθροί τους, εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες άντρες.

20. Ακόμη τους θύμισε πώς αντιμετώπισαν τους ίδιους τους Γαλάτες στη Βαβυλωνία, εκατόν είκοσι χιλιάδες άντρες, τότε που οχτώ χιλιάδες Ιουδαίοι ήρθαν να πολεμήσουν σε βοήθεια τεσσάρων χιλιάδων Μακεδόνων. Κι όταν οι Μακεδόνες βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, οι οχτώ χιλιάδες Ιουδαίοι νίκησαν με τη βοήθεια του Κυρίου του ουρανού τις εκατόν είκοσι χιλιάδες των Γαλατών και πήραν πολλά λάφυρα.

21. Με όλα αυτά ο Ιούδας ο Μακκαβαίος τούς έδωσε θάρρος και τους προετοίμασε να πεθάνουν πρόθυμα για τους νόμους και την πατρίδα τους, και χώρισε το στρατό σε τέσσερα μέρη.

22. Τα αδέρφια του, δηλ. το Σίμωνα, τον Ιώσηπο και τον Ιωνάθαν, τους τοποθέτησε επικεφαλής των τριών τμημάτων, που το καθένα αποτελείτο από χίλιους πεντακόσιους άντρες.

23. Ακόμα όρισε τον Ελεάζαρο να διαβάσει το ιερό βιβλίο δυνατά. Μετά έδωσε το σύνθημα: «Ο Θεός βοήθειά μας!» κι άρχισε να πολεμάει εναντίον του Νικάνορα επικεφαλής του πρώτου τμήματος του στρατού.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Β΄ Μακκαβαιων 8