Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Β΄ Μακκαβαιων 8:24-33 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

24. Με τη βοήθεια του παντοδύναμου Θεού κατέσφαξαν πάνω από εννέα χιλιάδες εχθρούς, και τους περισσότερους από τους στρατιώτες του Νικάνορα τους άφησαν πληγωμένους· τους υπόλοιπους τους ανάγκασαν να τραπούν σε φυγή.

25. Επίσης πήραν και τα χρήματα εκείνων που είχαν έρθει να τους αγοράσουν για αιχμαλώτους. Καταδίωξαν τους εχθρούς για αρκετό χρονικό διάστημα, μέχρις ότου περνούσε η ώρα,

26. κι έπρεπε αναγκαστικά να σταματήσουν και να γυρίσουν πίσω, γιατί άρχιζε το Σάββατο.

27. Αφού λοιπόν πήραν τα όπλα από τους εχθρούς τους και τους λαφυραγώγησαν, γιόρτασαν το Σάββατο. Ύμνησαν και ευχαρίστησαν τον Κύριο που τους έσωσε εκείνη την ημέρα, η οποία θεωρήθηκε και σαν ένα νέο ξεκίνημα, που ο Κύριος άρχισε να δείχνει πάλι την ευσπλαχνία του σ’ αυτούς.

28. Αφού πέρασε το Σάββατο, μοίρασαν μερικά από τα λάφυρα στα θύματα των διωγμών, στις χήρες και στα ορφανά, και τα υπόλοιπα τα μοίρασαν στις δικές τους οικογένειες.

29. Όταν τέλειωσαν με όλα αυτά, ανέπεμψαν κοινή δέηση και παρακαλούσαν τον σπλαχνικό Κύριο να συμφιλιωθεί με τους δούλους του για πάντα.

30. Αργότερα οι Ιουδαίοι πολέμησαν εναντίον των αντρών του Τιμόθεου και του Βακχίδη και σκότωσαν απ’ αυτούς πάνω από είκοσι χιλιάδες. Κυρίεψαν με ευκολία ψηλά οχυρά και μοιράστηκαν πάρα πολλά λάφυρα. Εξίσου με τα δικά τους μερίδια έδωσαν στα θύματα των διωγμών, στα ορφανά, στις χήρες, ακόμα και στους γέροντες.

31. Συνέλεξαν προσεκτικά όλα τα όπλα των εχθρών και τα αποθήκευσαν σε καίρια σημεία, ενώ τα υπόλοιπα λάφυρα τα έφεραν στα Ιεροσόλυμα.

32. Επίσης σκότωσαν τον αρχηγό των ανδρών του Τιμόθεου, έναν ασεβή άνθρωπο, που είχε προκαλέσει πολλές συμφορές στους Ιουδαίους.

33. Ενώ πανηγύριζαν στην πόλη των προγόνων τους τη νίκη τους, έκαψαν ζωντανούς εκείνους που είχαν βάλει φωτιά στις πύλες του ναού. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν κι ο Καλλισθένης, που είχε καταφύγει σε ένα μικρό σπίτι, κι έτσι έλαβε την τιμωρία που του άξιζε για την ασέβειά του.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Β΄ Μακκαβαιων 8