Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Β΄ Μακκαβαιων 7:25-32 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

25. Ο νέος όμως δεν έδινε σημασία σε τίποτε απ’ αυτά. Γι’ αυτό ο βασιλιάς κάλεσε τη μητέρα και την πρότρεπε να συμβουλέψει το παιδί της, για να το σώσει.

26. Εκείνη, μετά από πολλές πιέσεις δέχτηκε να πείσει το γιο της.

27. Τον πλησίασε και του είπε στη μητρική τους γλώσσα, εμπαίζοντας το σκληρό τύραννο:«Παιδί μου, λυπήσου με που σε κράτησα εννιά μήνες στην κοιλιά μου, σε θήλασα τρία χρόνια και σε ανάθρεψα μέχρι σ’ αυτή την ηλικία.

28. Σε παρακαλώ, παιδί μου, κοίταξε τον ουρανό και τη γη και δες τι υπάρχει σ’ αυτά, για να καταλάβεις ότι ο Θεός τα δημιούργησε όλα αυτά από το μηδέν. Με τον ίδιο τρόπο δημιουργήθηκε και το ανθρώπινο γένος.

29. Μη φοβηθείς αυτό το φονιά. Να φανείς αντάξιος των αδερφών σου· να δεχτείς το θάνατο, ώστε όταν ο Θεός μάς ξαναδείξει το έλεός του, να σε ξαναπάρω πίσω στην ανάσταση μαζί με τ’ άλλα σου αδέρφια».

30. Ενώ αυτή μιλούσε ακόμα, ο νέος είπε: «Τι περιμένετε; Δεν υπακούω στην προσταγή του βασιλιά. Εγώ υπακούω την εντολή του νόμου, που δόθηκε στους προγόνους μας με το Μωυσή».

31. «Κι εσύ, βασιλιά, που έχεις επινοήσει όλες αυτές τις συμφορές εναντίον των Εβραίων, δε θα ξεφύγεις την τιμωρία του Θεού.

32. Εμείς βέβαια υποφέρουμε για τις αμαρτίες μας.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Β΄ Μακκαβαιων 7