Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Β΄ Μακκαβαιων 7:18-33 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

18. Μετά οι στρατιώτες έφεραν τον έκτο αδερφό. Αυτός λίγο πριν πεθάνει είπε στο βασιλιά: «Μην πλανιέσαι μάταια! Εμείς τα υποφέρουμε όλα αυτά επειδή αμαρτήσαμε στο Θεό μας κι έτσι προκαλέσαμε αυτές τις φοβερές καταστροφές εναντίον μας.

19. Μη νομίζεις, όμως, ότι εσύ θα γλιτώσεις τώρα που τόλμησες να τα βάλεις με το Θεό».

20. Η μάνα ήταν η πιο αξιοθαύμαστη απ’ όλους και αξιομνημόνευτη. Ενώ έβλεπε τα εφτά παιδιά της να χάνονται μέσα σε μία μέρα, εν τούτοις έδειχνε καρτερία, που την αντλούσε από την ελπίδα της στον Κύριο.

21. Γεμάτη γενναιότητα τα ενθάρρυνε ένα ένα στη μητρική τους γλώσσα. Με τη γυναικεία της ευαισθησία συνδυασμένη με αντρίκιο θάρρος τούς έλεγε:

22. «Εγώ δεν μπορώ να ξέρω πώς βρεθήκατε μέσα στην κοιλιά μου. Δε σας χάρισα εγώ τη ζωή ούτε εγώ διαμόρφωσα τα μέλη του σώματός σας.

23. Ο δημιουργός του σύμπαντος τα έκανε όλα αυτά. Αυτός είναι που έπλασε το ανθρώπινο γένος και έφερε τα πάντα στην ύπαρξη. Αυτός με την ευσπλαχνία του θα σας ξαναδώσει τη ζωή, επειδή τώρα εσείς την περιφρονείτε για χάρη των νόμων του».

24. Όμως ο βασιλιάς Αντίοχος πίστευε πως η γυναίκα τον κορόιδευε και ήθελε να τον προσβάλει με τα λόγια της. Έτσι κι αυτός πρότρεπε το νεότερο αδερφό, όσο ακόμα ήταν ζωντανός, και τον διαβεβαίωνε μάλιστα με όρκους ότι αν απαρνιόταν τους νόμους των προγόνων του θα τον έκανε πλούσιο και ευτυχισμένο, θα του απένειμε τον τίτλο «φίλος του βασιλιά» και θα του ανέθετε κάποιο υψηλό αξίωμα.

25. Ο νέος όμως δεν έδινε σημασία σε τίποτε απ’ αυτά. Γι’ αυτό ο βασιλιάς κάλεσε τη μητέρα και την πρότρεπε να συμβουλέψει το παιδί της, για να το σώσει.

26. Εκείνη, μετά από πολλές πιέσεις δέχτηκε να πείσει το γιο της.

27. Τον πλησίασε και του είπε στη μητρική τους γλώσσα, εμπαίζοντας το σκληρό τύραννο:«Παιδί μου, λυπήσου με που σε κράτησα εννιά μήνες στην κοιλιά μου, σε θήλασα τρία χρόνια και σε ανάθρεψα μέχρι σ’ αυτή την ηλικία.

28. Σε παρακαλώ, παιδί μου, κοίταξε τον ουρανό και τη γη και δες τι υπάρχει σ’ αυτά, για να καταλάβεις ότι ο Θεός τα δημιούργησε όλα αυτά από το μηδέν. Με τον ίδιο τρόπο δημιουργήθηκε και το ανθρώπινο γένος.

29. Μη φοβηθείς αυτό το φονιά. Να φανείς αντάξιος των αδερφών σου· να δεχτείς το θάνατο, ώστε όταν ο Θεός μάς ξαναδείξει το έλεός του, να σε ξαναπάρω πίσω στην ανάσταση μαζί με τ’ άλλα σου αδέρφια».

30. Ενώ αυτή μιλούσε ακόμα, ο νέος είπε: «Τι περιμένετε; Δεν υπακούω στην προσταγή του βασιλιά. Εγώ υπακούω την εντολή του νόμου, που δόθηκε στους προγόνους μας με το Μωυσή».

31. «Κι εσύ, βασιλιά, που έχεις επινοήσει όλες αυτές τις συμφορές εναντίον των Εβραίων, δε θα ξεφύγεις την τιμωρία του Θεού.

32. Εμείς βέβαια υποφέρουμε για τις αμαρτίες μας.

33. Αν ο ζων Κύριός μας έχει οργιστεί προσωρινά εναντίον μας, με σκοπό να μας διαπαιδαγωγήσει και να μας σωφρονίσει, πάλι θα συμφιλιωθεί με τους δικούς του.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Β΄ Μακκαβαιων 7