Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Β΄ Μακκαβαιων 7:1-17 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

1. Μια άλλη φορά, συνελήφθησαν εφτά αδέρφια μαζί με τη μητέρα τους και πιέζονταν από το βασιλιά με μαστιγώσεις και χτυπήματα να φάνε χοιρινά κρέατα, απαγορευμένα από το νόμο μας.

2. Τότε ένα από τα αδέρφια μίλησε εξ ονόματος όλων και είπε: «Τι περιμένεις, βασιλιά, να μάθεις από μας με τις ερωτήσεις σου; Εμείς είμαστε αποφασισμένοι να πεθάνουμε παρά να παραβούμε τους νόμους των προγόνων μας».

3. Τότε ο βασιλιάς εξοργίστηκε και διέταξε να πυρακτώσουν τηγάνια και καζάνια.

4. Όταν αυτά πυρακτώθηκαν, διέταξε αμέσως να κόψουν μπροστά στη μάνα του και στα έξι αδέρφια του τη γλώσσα αυτού που αντιμίλησε· ακόμη διέταξε να του βγάλουν το δέρμα του κεφαλιού του και να του κόψουν τα άκρα.

5. Όταν τον αχρήστεψαν εντελώς, ο βασιλιάς διέταξε να τον οδηγήσουν ζωντανό ακόμα στη φωτιά και να τον τηγανίσουν. Κι ενώ ο καπνός του τηγανιού απλωνόταν τριγύρω σε μεγάλη απόσταση, τα παιδιά μαζί με τη μάνα τους ενθάρρυναν ο ένας τον άλλο να υπομείνουν με γενναιότητα το θάνατο, κι έλεγαν:

6. «Ο Κύριος ο Θεός μάς βλέπει και σίγουρα θα μας σπλαχνιστεί, όπως διακήρυξε κι ο Μωυσής στην ωδή του μπροστά στους Ισραηλίτες, ότι “τους δούλους του θα τους σπλαχνιστεί”».

7. Όταν ο πρώτος αδερφός πέθανε μ’ αυτό τον τρόπο, οι στρατιώτες έφεραν τον δεύτερο για να τον εμπαίξουν. Του ξερίζωσαν το δέρμα του κεφαλιού του μαζί με το τρίχωμα και τον ρωτούσαν: «Θα φας ή όχι πριν σε βασανίσουμε σε κάθε μέλος του σώματός σου;»

8. Εκείνος απαντούσε στη μητρική του γλώσσα και έλεγε: «Όχι!» Έτσι υπέφερε κι αυτός τα ίδια βασανιστήρια όπως και ο πρώτος.

9. Όταν έβγαζε την τελευταία του πνοή είπε: «Εσύ κακέ δαίμονα μας κόβεις το νήμα της παρούσας ζωής. Όμως ο βασιλιάς όλου του κόσμου, εμάς που πεθαίνουμε για χάρη των νόμων του, θα μας αναστήσει για να ζήσουμε αιώνια».

10. Μετά απ’ αυτόν οι στρατιώτες άρχισαν να εμπαίζουν τον τρίτο αδερφό. Όταν τον ρώτησαν, αυτός αμέσως έβγαλε έξω τη γλώσσα του και με θάρρος πρότεινε και τα χέρια του να του τα κόψουν.

11. Τους απάντησε με γενναιότητα: «Ο Κύριος μου τα έδωσε αυτά κι εγώ για χάρη των νόμων του τα περιφρονώ. Ελπίζω όμως ότι ο ίδιος θα μου τα ξαναδώσει πάλι».

12. Τότε ακόμη κι ο ίδιος ο βασιλιάς και η ακολουθία του έμειναν κατάπληκτοι από την ευψυχία του νεαρού, που δεν υπολόγιζε καθόλου τα βασανιστήρια.

13. Όταν πέθανε κι αυτός, οι στρατιώτες βασάνισαν τον τέταρτο αδερφό με την ίδια σκληρότητα.

14. Αυτός όταν ήρθε στα τελευταία του είπε: «Είναι προτιμότερο να πεθαίνει κανείς από τους ανθρώπους και να ελπίζει στο Θεό ότι θα τον αναστήσει πάλι. Αλλά για σένα, βασιλιά, δε θα υπάρξει ανάσταση στην αιώνια ζωή».

15. Στη συνέχεια οδήγησαν τον πέμπτο αδερφό στα βασανιστήρια.

16. Εκείνος κοίταξε το βασιλιά και είπε: «Μπορεί να έχεις τη δύναμη να κάνεις με τους ανθρώπους ό,τι θέλεις, παρ’ όλο που είσαι θνητός. Αλλά μη νομίζεις ότι το έθνος μας έχει εγκαταλειφθεί από το Θεό.

17. Περίμενε και θα δεις πόσο η μεγάλη του δύναμη θα τιμωρήσει εσένα και τους απογόνους σου».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Β΄ Μακκαβαιων 7