Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Α΄ Μακκαβαιων 6:42-62 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

42. Τότε προέλασε κι ο Ιούδας με το στρατό του σε παράταξη μάχης· απ’ το στρατό του βασιλιά σκοτώθηκαν εξακόσιοι άντρες.

43. Ο Ελεάζαρ, ο επονομαζόμενος Αυαράν, είδε ένα από τα θηρία που ήταν προστατευμένο με βασιλικούς θώρακες και ψηλότερο απ’ όλα τα άλλα θηρία, και νόμισε ότι σ’ αυτό επέβαινε ο βασιλιάς.

44. Τότε έσπευσε να σώσει το λαό του και ν’ αποκτήσει αιώνια δόξα.

45. Επιτέθηκε εναντίον του ελέφαντα με θάρρος στο μέσο της φάλαγγας, σφάζοντας στρατιώτες δεξιά κι αριστερά, για ν’ ανοίγει δρόμο,

46. και τέλος μπήκε κάτω από το θηρίο, το χτύπησε και το σκότωσε· ο ελέφαντας όμως έπεσε από πάνω του και τον σκότωσε κι εκείνον.

47. Όταν οι Ιουδαίοι αντιλήφθηκαν την ισχύ του βασιλικού στρατού και την αποφασιστικότητά του, οπισθοχώρησαν.

48. Ο βασιλιάς με το στρατό του προέλασε να πολεμήσει τους Ιουδαίους στην Ιερουσαλήμ και στρατοπέδευσε στην Ιουδαία και στο όρος Σιών.

49. Έκανε ειρήνη με τους Ιουδαίους της Βαιθσούρας κι έτσι αυτοί μπόρεσαν να βγουν από την πόλη. Δεν είχαν απομείνει αρκετές τροφές εκεί και δεν μπορούσαν ν’ αντέξουν άλλο την πολιορκία, γιατί ο χρόνος εκείνος ήταν έτος αγρανάπαυσης.

50. Ο βασιλιάς κυρίεψε τη Βαιθσούρα και τοποθέτησε εκεί στρατιωτική φρουρά.

51. Έπειτα πολιόρκησε το ναό για πολλές μέρες. Έστησε ειδικές εξέδρες για να ρίχνουν βέλη, και άλλες μηχανές για να ρίχνουν φωτιά, λιθάρια και βέλη.

52. Οι πολιορκημένοι Ιουδαίοι κατασκεύασαν κι εκείνοι μηχανές για ν’ αντικρούσουν τις μηχανές του βασιλιά και αντιστάθηκαν για πολλές ημέρες.

53. Τρόφιμα όμως δεν υπήρχαν στις αποθήκες τους, γιατί ήταν ο έβδομος χρόνος και όσοι είχαν καταφύγει στην Ιουδαία κυνηγημένοι από τους εθνικούς είχαν καταναλώσει όσα από τα αποθηκευμένα τρόφιμα είχαν απομείνει.

54. Επειδή λοιπόν τους είχε θερίσει η πείνα, είχαν πάει οι περισσότεροι στα σπίτια τους και λίγοι είχαν μείνει στο ναό.

55. Στο μεταξύ ο Φίλιππος, στον οποίο ο βασιλιάς Αντίοχος Δ΄, ενώ ακόμη ζούσε, είχε αναθέσει να μεγαλώσει το γιο του τον Αντίοχο και να τον εκπαιδεύσει για να γίνει βασιλιάς,

56. γύρισε από την Περσία και τη Μηδία, μαζί με το στρατό που είχε συνοδεύσει το βασιλιά, και επιδίωκε ν’ αναλάβει τον έλεγχο των βασιλικών υποθέσεων. Όταν έμαθε αυτά τα νέα ο Λυσίας,

57. προετοιμάστηκε να λύσει την πολιορκία. Είπε στο νεαρό βασιλιά, στους αξιωματικούς του και στους άντρες του: «Κάθε μέρα που περνάει, όλο και καταρρέουμε· τα τρόφιμά μας λιγοστεύουν και ο τόπος που εναντίον του έχουμε στρατοπεδεύσει είναι καλά οχυρωμένος· επιπλέον έχουμε επιφορτισθεί όλες τις υποθέσεις του βασιλείου.

58. Τώρα, λοιπόν, ας συνθηκολογήσουμε μ’ αυτούς εδώ τους ανθρώπους και ας κάνουμε ειρήνη μαζί τους και με όλο το έθνος τους.

59. Ας τους επιτρέψουμε ν’ ακολουθούν τους νόμους τους, όπως και πρωτύτερα· γιατί εξαιτίας των νόμων τους, που εμείς τους καταργήσαμε, αυτοί εξαγριώθηκαν και έκαναν όσα έκαναν».

60. Ο βασιλιάς και οι άρχοντες βρήκαν σωστή την πρόταση και έστειλαν σ’ αυτούς ανθρώπους να συνάψουν ειρήνη, και οι Ιουδαίοι δέχτηκαν.

61. Ο βασιλιάς και οι άρχοντες τους έδωσαν ένορκη διαβεβαίωση, κι έτσι οι Ιουδαίοι βγήκαν από την ακρόπολη.

62. Όταν όμως ο βασιλιάς Αντίοχος έφτασε στο όρος Σιών και είδε μέχρι ποιο σημείο είχε οχυρωθεί όλη η περιοχή, παρέβηκε τον όρκο του και διέταξε να γκρεμίσουν το τείχος ολόγυρα.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Α΄ Μακκαβαιων 6