Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Α΄ Μακκαβαιων 13:33-52 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

33. Παράλληλα ο Σίμων έχτισε τα οχυρά της Ιουδαίας και τα περιέβαλε με ψηλούς πύργους, με μεγάλα τείχη, με πύλες και αμπάρες κι εφοδίασε με τρόφιμα τις αποθήκες τους.

34. Έπειτα διάλεξε άντρες και τους έστειλε στο βασιλιά Δημήτριο Β΄, ζητώντας του να απαλλάξει τη χώρα από την υποχρέωση καταβολής δασμών, γιατί ο Τρύφων δεν έκανε τίποτε άλλο από του να λεηλατεί τη χώρα.

35. Ο βασιλιάς Δημήτριος του έστειλε αγγελιοφόρους και του απάντησε στις προτάσεις του αυτές με την παρακάτω επιστολή:

36. «Ο βασιλιάς Δημήτριος στέλνει χαιρετισμούς στον αρχιερέα Σίμωνα, φίλο των βασιλιάδων, στους πρεσβυτέρους του λαού και στο ιουδαϊκό έθνος.

37. »Λάβαμε το χρυσό στεφάνι και τη ράβδο από φοίνικα, που μας στείλατε και είμαστε έτοιμοι να συνάψουμε μαζί σας μόνιμη ειρήνη και να γράψουμε στους αξιωματούχους μας να σας απαλλάξουν από τις φορολογικές σας υποχρεώσεις.

38. Οι προηγούμενες συμφωνίες που έχουμε συνάψει μαζί σας ισχύουν, και τα οχυρώματα που κατασκευάσατε μένουν δικά σας.

39. Επίσης σας συγχωρούμε για κάθε παράλειψη ή παράπτωμα στα οποία έχετε υποπέσει μέχρι σήμερα· σας χαρίζουμε το φόρο του στέμματος, που μας πληρώνετε, και ό,τι άλλο φορολογείτο στην Ιερουσαλήμ, από ’δω και στο εξής δε θα φορολογείται.

40. Επίσης, όσοι από σας είναι κατάλληλοι να συμπεριληφθούν στη βασιλική φρουρά, ας γραφτούν κι ας γίνει ειρήνη μεταξύ μας».

41. Το έτος 170, λοιπόν, έπαυσε η υποδούλωση των Ισραηλιτών στα ειδωλολατρικά έθνη.

42. Τότε άρχισαν οι Ισραηλίτες να χρονολογούν τα συμβόλαια και τα συμφωνητικά ως εξής: «Το πρώτο έτος του μεγάλου αρχιερέα Σίμωνα, κυβερνήτη και αρχηγού των Ιουδαίων».

43. Εκείνη την εποχή ο Σίμων στρατοπέδευσε εναντίον της πόλης Γάζαρα και την περικύκλωσε με στρατεύματα. Έφτιαξε πολιορκητικές μηχανές, τις έφερε κοντά στην πόλη και χτύπησε δυνατά έναν πύργο και τον κυρίεψε.

44. Οι στρατιώτες που ήταν μέσα στην πολιορκητική μηχανή πήδησαν έξω, μπήκαν στην πόλη και δημιούργησαν μεγάλο πανικό.

45. Τότε οι κάτοικοι της πόλης με τις γυναίκες και τα παιδιά τους ανέβηκαν στο τείχος σκίζοντας τα ρούχα τους, και με δυνατές φωνές παρακαλούσαν το Σίμωνα να κάνει ειρήνη μαζί τους.

46. «Μη μας μεταχειριστείς», του έλεγαν, «όπως μας αξίζει για τις κακίες μας, αλλά με ευσπλαχνία».

47. Ο Σίμων συγκινήθηκε και δεν τους χτύπησε· τους έδιωξε όμως από την πόλη και καθάρισε τα σπίτια στα οποία υπήρχαν είδωλα· μετά μπήκε στην πόλη με ύμνους και δοξολογίες στο Θεό.

48. Έβγαλε από την πόλη καθετί που τη βεβήλωνε κι εγκατέστησε σ’ αυτήν ανθρώπους που τηρούσαν το νόμο. Την οχύρωσε περισσότερο από πριν και έχτισε σ’ αυτήν κι ένα σπίτι για τον εαυτό του.

49. Στην Ιερουσαλήμ, αυτοί που κατείχαν την ακρόπολη δυσκολεύονταν να μπαινοβγαίνουν στη χώρα για να κάνουν τις αγοραπωλησίες τους. Άρχισαν να υποφέρουν από την πείνα και πολλοί απ’ αυτούς μάλιστα πέθαναν από την πείνα.

50. Τότε παρακάλεσαν το Σίμωνα να συνάψει ειρήνη μαζί τους. Αυτός δέχτηκε· τους έβγαλε από ’κει και καθάρισε την ακρόπολη από τα είδωλα.

51. Στις είκοσι τρεις του δεύτερου μήνα του έτους 171 οι Ιουδαίοι μπήκαν στην ακρόπολη με ευχαριστήριους ύμνους κρατώντας κλάδους βαΐων, με άρπες, με κύμβαλα και βιολιά, με ύμνους και ωδές, επειδή είχε εκλείψει ένας μεγάλος εχθρός από το Ισραήλ.

52. Ο Σίμων όρισε να γιορτάζεται κάθε χρόνο αυτή η ημέρα με πανηγυρισμούς. Οχύρωσε περισσότερο το βουνό όπου ήταν κτισμένος ο ναός, κοντά στην ακρόπολη και εγκαταστάθηκε εκεί ο ίδιος με τους στρατιώτες του.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Α΄ Μακκαβαιων 13