Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Α΄ Βασιλεων (Ή Βασιλειων Γ΄) 22:9-24 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

9. Τότε κάλεσε ο βασιλιάς του Ισραήλ έναν ευνούχο και του είπε: «Τρέξε να φέρεις το Μιχαΐα, γιο του Ιμλά».

10. Ο βασιλιάς του Ισραήλ κι ο Ιωσαφάτ, βασιλιάς του Ιούδα ήταν καθισμένοι στην πλατεία κοντά στην πύλη της Σαμάρειας καθένας στο θρόνο του, φορώντας τις βασιλικές στολές τους. Κι όλοι οι προφήτες προφήτευαν μπροστά τους.

11. Ο προφήτης Σεδεκίας μάλιστα, γιος του Κεναανά, είχε κατασκευάσει κάτι σιδερένια κέρατα κι έλεγε: «Βασιλιά, άκου τι λέει ο Κύριος: Μ’ αυτά θα χτυπήσεις τους Συρίους και θα τους αφανίσεις!»

12. Τα ίδια έλεγαν και όλοι οι προφήτες: «Πήγαινε, βασιλιά, στη Γαλαάδ να πολεμήσεις για ν’ ανακτήσεις τη Ραμώθ. Θα πετύχεις! Ο Κύριος θα σου παραδώσει την πόλη».

13. Στο μεταξύ, ο απεσταλμένος που είχε πάει να καλέσει τον προφήτη Μιχαΐα, του έλεγε: «Όλοι οι προφήτες, ομόφωνα, προφητεύουν καλούς οιωνούς για το βασιλιά. Κοίταξε, λοιπόν, να είναι και η δική σου προφητεία όπως οι δικές τους. Να προφητέψεις ευνοϊκά».

14. Ο Μιχαΐας όμως του απάντησε: «Μα τον αληθινό Θεό, ό,τι μου πει ο Κύριος, αυτό θα αναγγείλω».

15. Όταν παρουσιάστηκε στο βασιλιά, εκείνος του είπε: «Μιχαΐα, να πάμε στη Γαλαάδ να πολεμήσουμε για να πάρουμε πίσω τη Ραμώθ ή να την εγκαταλείψουμε;» Ο Μιχαΐας απάντησε: «Πήγαινε, βασιλιά, και θα επιτύχεις. Ο Κύριος θα σου παραδώσει την πόλη».

16. Αλλά ο βασιλιάς τού είπε: «Πόσες φορές πρέπει να σε ορκίσω για να μη λες σ’ εμένα παρά μόνο την αλήθεια στ’ όνομα του Κυρίου;»

17. Τότε κι ο Μιχαΐας απάντησε: «Είδα όλο τον Ισραήλ σκορπισμένον στα βουνά, σαν πρόβατα χωρίς ποιμένα. Κι είπε ο Κύριος: “αυτοί δεν έχουν πια αρχηγό· ας επιστρέψει καθένας ήσυχα ήσυχα σπίτι του”».

18. Τότε είπε ο βασιλιάς του Ισραήλ στον Ιωσαφάτ: «Δε σου το ’λεγα εγώ ότι αυτός δεν προφητεύει για μένα καλό παρά κακό;»

19. Ο Μιχαΐας απάντησε: «Άκου, λοιπόν, και το λόγο του Κυρίου: Είδα τον Κύριο να κάθεται στο θρόνο κι όλα τα ουράνια όντα να στέκονται γύρω του, δεξιά του κι αριστερά του.

20. Είπε, λοιπόν, ο Κύριος: “ποιος θα εξαπατήσει τον Αχαάβ και θα τον κάνει να πάει στη Γαλαάδ και να σκοτωθεί στη Ραμώθ;” Ο ένας έλεγε το ένα κι ο άλλος τ’ άλλο.

21. Ώσπου βγήκε ένα πνεύμα και στάθηκε μπροστά στον Κύριο και είπε: “εγώ θα τον εξαπατήσω”. Ο Κύριος το ρώτησε: “με ποιον τρόπο;”

22. “Θα πάω”, είπε, “και θα κάνω όλους του προφήτες του βασιλιά να του λένε ψέματα”. Τότε ο Κύριος είπε: “πράγματι, έτσι θα τον ξεγελάσεις. Πήγαινε και κάνε κατά πώς είπες. Θα πετύχεις”.

23. Τώρα, λοιπόν, ο Κύριος έχει αφήσει ένα πνεύμα να εμπνέει με ψέματα όλους αυτούς τους προφήτες σου. Αλλά στην πραγματικότητα ο Κύριος έχει αποφασίσει να σε βρει μεγάλο κακό».

24. Τότε ο Σεδεκίας, γιος του Κεναανά, πλησίασε και χτύπησε το Μιχαΐα στο σαγόνι. «Από ποιο δρόμο», του είπε, «πέρασε το Πνεύμα του Κυρίου όταν έφυγε από μένα, για να μιλήσει σ’ εσένα;»

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Α΄ Βασιλεων (Ή Βασιλειων Γ΄) 22