Καινή Διαθήκη

Προσ Εβραιουσ 11:1-18 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

1. Ἡ πίστις κάνει πραγματικὰ ἐκεῖνα ποὺ ἐλπίζομεν, καὶ βέβαια ἐκεῖνα ποὺ δὲν βλέπομεν.

2. Μὲ αὐτὴν οἱ ἀρχαιότεροι ἀπέκτησαν καλὴν μαρτυρίαν.

3. Μὲ τὴν πίστιν κατανοοῦμεν ὅτι ἐδημιουργήθησαν οἱ κόσμοι διὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἀπὸ ἀόρατα νὰ ἔχουν γίνει τὰ ὁρατά.

4. Μὲ τὴν πίστιν ὁ Ἄβελ προσέφερεν εἰς τὸν Θεὸν καλυτέραν θυσίαν παρὰ ὁ Κάϊν, καὶ διὰ τὴν πίστιν αὐτὴν ἐδόθηκε ἡ μαρτυρία ὅτι εἶναι δίκαιος, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔδωκε τὴν μαρτυρίαν του ἐπάνω εἰς τὰ δῶρα καὶ διὰ τῆς πίστεώς του, ἂν καὶ ἐπέθανε, μιλεῖ ἀκόμη.

5. Μὲ τὴν πίστιν ὁ Ἐνὼχ μετετέθη ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμον διὰ νὰ μὴ ἰδῇ θάνατον καὶ δὲν ἀνευρίσκετο, διότι τὸν εἶχε μεταθέσει ὁ Θεός. Πρὶν μετατεθῆ εἶχε δοθῆ μαρτυρία ὅτι εἶχε εὐαρεστήσει τὸν Θεόν,

6. καὶ χωρὶς πίστιν εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνῃ κανεὶς εὐάρεστος εἰς τὸν Θεόν. Διότι ἐκεῖνος ποὺ προσέρχεται εἰς τὸν Θεόν, πρέπει νὰ πιστεύῃ ὅτι ὑπάρχει Θεὸς καὶ ὅτι ἀμείβει ἐκείνους ποὺ τὸν ζητοῦν.

7. Μὲ τὴν πίστιν ὁ Νῶε, ἀφοῦ προειδοποιήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸν διὰ πράγματα ποὺ ἀκόμη δὲν ἔβλεπε, ἔκανε, ἀπὸ φόβον εὐλαβικόν, τὴν κιβωτὸν διὰ νὰ σώσῃ τὴν οἰκογένειάν του, καὶ μὲ τὴν πίστιν του κατέκρινε τὸν κόσμον καὶ ἔγινε κληρονόμος τῆς διὰ πίστεως δικαιώσεως.

8. Μὲ τὴν πίστιν ὁ Ἀβραὰμ ὑπήκουσε εἰς τὴν κλῆσιν νὰ φύγῃ εἰς τόπον τὸν ὁποῖον ἔμελλε νὰ κληρονομήσῃ, καὶ ἔφυγε χωρὶς νὰ ξέρῃ ποῦ πηγαίνει.

9. Μὲ τὴν πίστιν κατῴκησε εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας σὰν ξένος σὲ μιὰ ξένη χώρα, ζῶν σὲ σκηνές, μαζὶ μὲ τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακώβ, οἱ ὁποῖοι ἦσαν συγκληρονόμοι τῆς ἰδίας ὑποσχέσεως,

10. διότι ἐπερίμενε τὴν πόλιν, ἡ ὁποία ἔχει στερεὰ θεμέλια καὶ τῆς ὁποίας ἀρχιτέκτων καὶ δημιουργὸς εἶναι ὁ Θεός.

11. Μὲ τὴν πίστιν καὶ αὐτὴ ἡ Σάρρα, παρὰ τὴν ἡλικίαν της, ἔλαβε τὴν δύναμιν πρὸς σύλληψιν, διότι ἐθεώρησε ἀξιόπιστον ἐκεῖνον, ποὺ ἔδωσε τὴν ὑπόσχεσιν.

12. Καὶ ἔτσι ἀπὸ ἕνα ἄνθρωπον, ποὺ ἦτο καὶ νεκρωμένος, προῆλθον ἀπόγονοι τόσον πολλοὶ ὅπως τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὅπως ἡ ἀναρίθμητη ἄμμος εἰς τὰς ἀκτὰς τῆς θαλάσσης.

13. Ὅλοι αὐτοὶ ἐπέθαναν μὲ πίστιν, χωρὶς νὰ ἔχουν λάβει τὰς ὑποσχέσεις, ἀλλὰ τὰς εἶδαν ἀπὸ μακρυά, καὶ τὰς ἐχαιρέτησαν καὶ ὡμολόγησαν ὅτι εἶναι ξένοι καὶ περαστικοὶ ἐδῶ εἰς τὴν γῆν.

14. Ἀσφαλῶς δὲ ἐκεῖνοι ποὺ μιλοῦν ἔτσι, δείχνουν ὅτι ζητοῦν τὴν πατρίδα τους.

15. Καὶ ἐὰν μὲν εἶχαν στὸν νοῦ τους ἐκείνην, ἀπὸ τὴν ὁποίαν εἶχαν φύγει, θὰ εἶχαν τὸν καιρὸν νὰ ἐπιστρέψουν.

16. Ἐνῷ τώρα λαχταροῦν μιὰ καλύτερη πατρίδα, δηλαδὴ ἐπουράνιον. Διὰ τὸν λόγον αὐτὸν δὲν ἐντρέπεται ὁ Θεὸς νὰ ὀνομάζεται Θεός τους, διότι τοὺς ἔχει ἑτοιμάσει πόλιν.

17. Μὲ τὴν πίστιν προσέφερε ὁ Ἀβραὰμ τὸν Ἰσαάκ, ὅταν ἐδοκιμάσθηκε. Ἐκεῖνος ποὺ ἔλαβε τὰς ὑποσχέσεις, ἦτο ἕτοιμος νὰ προσφέρῃ τὸν μονογενῆ του υἱόν,

18. διὰ τὸν ὁποῖον ἐλέχθη, Διὰ τοῦ Ἰσαὰκ θὰ προέλθουν οἱ ἀπόγονοί σου,

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Προσ Εβραιουσ 11