Καινή Διαθήκη

Πραξεισ Αποστολων 9:5-16 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

5. Καὶ εἶπε, «Ποιός εἶσαι, Κύριε;». Ὁ δὲ Κύριος εἶπε, «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἰησοῦς, τὸν ὁποῖον σὺ καταδιώκεις,

6. ἀλλὰ σήκω καὶ ἔμπα εἰς τὴν πόλιν καὶ θὰ σοῦ δηλωθῇ τί πρέπει νὰ κάνῃς».

7. Οἱ ἄνδρες, ποὺ τὸν συνώδευαν, ἐστάθηκαν βουβοί, διότι ἄκουαν τὴν φωνήν, ἀλλὰ δὲν ἔβλεπαν κανένα.

8. Ὁ Σαῦλος ἐσηκώθηκε ἀπὸ τὸ ἔδαφος, ἀλλ᾽ ἂν καὶ τὰ μάτια του ἦσαν ἀνοικτά, δὲν ἔβλεπε κανένα· γι᾽ αὐτὸ τὸν κρατοῦσαν ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸν ἔφεραν εἰς τὴν Δαμασκόν.

9. Ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας δὲν ἔβλεπε καὶ δὲν ἔφαγε οὔτε ἤπιε.

10. Εἰς τὴν Δαμασκὸν ὑπῆρχε κάποιος μαθητής, ὀνομαζόμενος Ἀνανίας, καὶ εἶπε εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος σὲ ὅραμα, «Ἀνανία», αὐτὸς δὲ εἶπε, «Ἰδοὺ ἐγώ, Κύριε».

11. Τότε ὁ Κύριος τοῦ εἶπε, «Σήκω καὶ πήγαινε εἰς τὴν ὁδὸν ποὺ ὀνομάζεται Εὐθεῖα, εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ἰούδα, καὶ ζήτησε ἕνα ὀνομαζόμενον Σαῦλον ἀπὸ τὴν Ταρσόν· διότι αὐτὸς τώρα προσεύχεται

12. καὶ εἶδε σὲ ὅραμα ἄνδρα ὀνομαζόμενον Ἀνανίαν νὰ μπαίνῃ καὶ νὰ βάζῃ τὸ χέρι ἐπάνω του διὰ νὰ ἀναβλέψῃ».

13. Καὶ ὁ Ἀνανίας ἀπεκρίθη, «Κύριε, ἔχω ἀκούσει ἀπὸ πολλοὺς πόσο κακὸ ἔκανε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἰς τοὺς πιστούς σου εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.

14. Καὶ εἶναι ἐδῶ μὲ ἐξουσίαν ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς νὰ συλλάβῃ ὅλους ποὺ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομά σου».

15. Ἀλλ᾽ ὁ Κύριος τοῦ εἶπε, «Πήγαινε γιατὶ αὐτὸς εἶναι ὄργανον ἐκλογῆς μου, διὰ νὰ φέρῃ τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων καὶ τῶν Ἰσραηλιτῶν.

16. Ἐγὼ ὁ ἴδιος θὰ τοῦ δείξω ὅσα πρέπει νὰ πάθῃ διὰ τὸ ὄνομά μου».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Πραξεισ Αποστολων 9