34. Ὅταν ὅμως τὰ πλήθη ἐκατάλαβαν ὅτι εἶναι Ἰουδαῖος, ὅλοι μὲ μιὰ φωνὴ ἐφώναζαν ἐπὶ δύο περίπου ὧρες: «Μεγάλη ἡ Ἄρτεμις τῶν Ἐφεσίων».
35. Τότε ὁ γραμματεύς, ἀφοῦ καθησύχασε τὸν ὄχλον, εἶπε, «Ἄνδρες Ἐφέσιοι, ὑπάρχει κανεὶς ἄνθρωπος ποὺ δὲν ξέρει ὅτι ἡ πόλις τῶν Ἐφεσίων εἶναι ὁ ἐπιμελητὴς τοῦ ναοῦ τῆς μεγάλης θεᾶς Ἀρτέμιδος καὶ τοῦ ἀγάλματος ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανόν;
36. Ἀφοῦ λοιπὸν αὐτὰ εἶναι ἀναντίρρητα, πρέπει νὰ μένετε ἥσυχοι καὶ νὰ μὴ κάνετε ἀπερίσκεπτα πράγματα.
37. Ἐφέρατε τοὺς ἄνδρας τούτους, οἱ ὁποῖοι οὔτε ἱερόσυλοι εἶναι οὔτε βλασφημοῦν τὴν θεάν σας.