Καινή Διαθήκη

Πραξεισ Αποστολων 10:3-22 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

3. Μίαν ἡμέραν, περὶ τὴν ἐνάτην ὥραν, εἶδε καθαρὰ σ᾽ ἕνα ὅραμα ἄγγελον τοῦ Θεοῦ νὰ ἔρχεται πρὸς αὐτὸν καὶ νὰ τοῦ λέγῃ, «Κορνήλιε».

4. Αὐτὸς προσήλωσε τὸ βλέμμα του εἰς αὐτὸν καί, φοβισμένος, εἶπε, «Τί συμβαίνει, Κύριε;». Καὶ ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε, «Αἱ προσευχαί σου καὶ αἱ ἐλεημοσύναι σου ἀνέβηκαν εἰς τὸν οὐρανόν, διὰ νὰ σὲ θυμηθῇ ὁ Θεός.

5. Καὶ τώρα στεῖλε εἰς τὴν Ἰόππην ἄνδρας καὶ κάλεσε κάποιον Σίμωνα ποὺ ὀνομάζεται Πέτρος.

6. Αὐτὸς φιλοξενεῖται ἀπὸ κάποιον Σίμωνα βυρσοδέψην, τοῦ ὁποίου τὸ σπίτι εἶναι κοντὰ εἰς τὴν θάλασσαν».

7. Ὅταν ἔφυγε ὁ ἄγγελος ποὺ τοῦ μιλοῦσε, φώναξε δύο ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτας του καὶ ἕνα στρατιώτην εὐσεβῆ, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εἶχε εἰς τὴν ὑπηρεσίαν του,

8. καὶ ἀφοῦ τοὺς ἀφηγήθηκε ὅλα, τοὺς ἔστειλε εἰς τὴν Ἰόππην.

9. Τὴν ἑπομένην ἡμέραν, ἐνῷ ἐκεῖνοι περπατοῦσαν ἀκόμη καὶ ἐπλησίαζαν εἰς τὴν πόλιν, ἀνέβηκε ὁ Πέτρος εἰς τὸ ἀνῶγι, κατὰ τὴν ἕκτην ὥραν, διὰ νὰ προσευχηθῇ.

10. Ἐπείνασε δὲ καὶ ἤθελε νὰ φάγῃ κάτι. Ἐνῷ τοῦ ἑτοίμαζαν φαγητὸν ἦλθε εἰς ἔκστασιν,

11. καὶ βλέπει τὸν οὐρανὸν ἀνοικτὸν καὶ νὰ κατεβαίνῃ κάτι σὰν ἕνα μεγάλο σινδόνι, δεμένο στὶς τέσσερεις γωνίες, καὶ κατέβαινε εἰς τὴν γῆν.

12. Μέσα σ᾽ αὐτὸ ὑπῆρχαν ὅλα τὰ τετράποδα ζῶα τῆς γῆς, θηρία, ἑρπετὰ καὶ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ.

13. Καὶ μιὰ φωνὴ τοῦ ἐφώναξε, «Σήκω, Πέτρε, σφάξε καὶ φάγε!».

14. Ἀλλ᾽ ὁ Πέτρος εἶπε, «Ἐπ᾽ οὐδενὶ λόγῳ, Κύριε, διότι ποτὲ δὲν ἔφαγα τίποτε μολυσμένον ἢ ἀκάθαρτον».

15. Ἦλθε πάλιν εἰς αὐτὸν φωνὴ διὰ δευτέραν φοράν: «Ἐκεῖνα ποὺ ὁ Θεὸς ἐκαθάρισε, σὺ μὴ τὰ θεωρῇς ἀκάθαρτα».

16. Αὐτὸ ἔγινε τρεῖς φορὲς καὶ τὸ ἀντικείμενον ἀνυψώθηκε πάλιν εἰς τὸν οὐρανόν.

17. Ἐνῷ ὁ Πέτρος εὑρίσκετο εἰς ἀπορίαν περὶ τοῦ τί ἆραγε ἐσήμαινε τὸ ὅραμα ποὺ εἶδε, οἱ ἄνδρες, ποὺ εἶχαν σταλῆ ἀπὸ τὸν Κορνήλιον, ἀφοῦ ἐρώτησαν διὰ τὸ σπίτι τοῦ Σίμωνος, ἦλθαν εἰς τὴν ἐξώπορτα.

18. Καὶ ἐφώναξαν διὰ νὰ ἐρωτήσουν ἐὰν φιλοξενῆται ἐκεῖ ὁ Σίμων ποὺ ὀνομάζεται Πέτρος.

19. Ἐνῷ δὲ ὁ Πέτρος ἐσκέπτετο τὸ ὅραμα, εἶπε εἰς αὐτὸν τὸ Πνεῦμα, «Τρεῖς ἄνδρες σὲ ζητοῦν·

20. σήκω, κατέβα καὶ πήγαινε μαζί τους χωρὶς κανένα δισταγμόν, διότι ἐγὼ τοὺς ἔχω στείλει».

21. Ὁ Πέτρος κατέβηκε καὶ εἶπε εἰς τοὺς ἄνδρας, «Ἐγὼ εἶμαι ἐκεῖνος ποὺ ζητᾶτε. Ποιά εἶναι ἡ αἰτία ποὺ ἤλθατε ἐδῶ;».

22. Αὐτοὶ δὲ εἶπαν, «Ὁ Κορνήλιος ὁ ἑκατόνταρχος, ἄνθρωπος δίκαιος καὶ φοβούμενος τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἔχει τέτοιαν μαρτυρίαν ἀπὸ ὅλον τὸ ἔθνος τῶν Ἰουδαίων, ἔλαβε ἐντολὴν ἀπὸ ἕνα ἅγιον ἄγγελον νὰ στείλῃ νὰ σὲ καλέσῃ εἰς τὸ σπίτι του καὶ νὰ ἀκούσῃ τί ἔχῃς νὰ πῇς».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Πραξεισ Αποστολων 10