Καινή Διαθήκη

Πραξεισ Αποστολων 10:1-14 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

1. Εἰς τὴν Καισάρειαν ὑπῆρχε κάποιος ὀνομαζόμενος Κορνήλιος, ἑκατόνταρχος, ἀπὸ τὴν στρατιωτικὴν μονάδα ποὺ ὠνομάζετο Ἰταλική.

2. Ἦτο εὐσεβὴς καὶ φοβούμενος τὸν Θεὸν μαζὶ μὲ ὅλην τὴν οἰκογένειάν του· ἔκανε πολλὰς ἐλεημοσύνας εἰς τὸν λαὸν καὶ προσευχότανε πάντοτε εἰς τὸν Θεόν.

3. Μίαν ἡμέραν, περὶ τὴν ἐνάτην ὥραν, εἶδε καθαρὰ σ᾽ ἕνα ὅραμα ἄγγελον τοῦ Θεοῦ νὰ ἔρχεται πρὸς αὐτὸν καὶ νὰ τοῦ λέγῃ, «Κορνήλιε».

4. Αὐτὸς προσήλωσε τὸ βλέμμα του εἰς αὐτὸν καί, φοβισμένος, εἶπε, «Τί συμβαίνει, Κύριε;». Καὶ ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε, «Αἱ προσευχαί σου καὶ αἱ ἐλεημοσύναι σου ἀνέβηκαν εἰς τὸν οὐρανόν, διὰ νὰ σὲ θυμηθῇ ὁ Θεός.

5. Καὶ τώρα στεῖλε εἰς τὴν Ἰόππην ἄνδρας καὶ κάλεσε κάποιον Σίμωνα ποὺ ὀνομάζεται Πέτρος.

6. Αὐτὸς φιλοξενεῖται ἀπὸ κάποιον Σίμωνα βυρσοδέψην, τοῦ ὁποίου τὸ σπίτι εἶναι κοντὰ εἰς τὴν θάλασσαν».

7. Ὅταν ἔφυγε ὁ ἄγγελος ποὺ τοῦ μιλοῦσε, φώναξε δύο ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτας του καὶ ἕνα στρατιώτην εὐσεβῆ, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εἶχε εἰς τὴν ὑπηρεσίαν του,

8. καὶ ἀφοῦ τοὺς ἀφηγήθηκε ὅλα, τοὺς ἔστειλε εἰς τὴν Ἰόππην.

9. Τὴν ἑπομένην ἡμέραν, ἐνῷ ἐκεῖνοι περπατοῦσαν ἀκόμη καὶ ἐπλησίαζαν εἰς τὴν πόλιν, ἀνέβηκε ὁ Πέτρος εἰς τὸ ἀνῶγι, κατὰ τὴν ἕκτην ὥραν, διὰ νὰ προσευχηθῇ.

10. Ἐπείνασε δὲ καὶ ἤθελε νὰ φάγῃ κάτι. Ἐνῷ τοῦ ἑτοίμαζαν φαγητὸν ἦλθε εἰς ἔκστασιν,

11. καὶ βλέπει τὸν οὐρανὸν ἀνοικτὸν καὶ νὰ κατεβαίνῃ κάτι σὰν ἕνα μεγάλο σινδόνι, δεμένο στὶς τέσσερεις γωνίες, καὶ κατέβαινε εἰς τὴν γῆν.

12. Μέσα σ᾽ αὐτὸ ὑπῆρχαν ὅλα τὰ τετράποδα ζῶα τῆς γῆς, θηρία, ἑρπετὰ καὶ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ.

13. Καὶ μιὰ φωνὴ τοῦ ἐφώναξε, «Σήκω, Πέτρε, σφάξε καὶ φάγε!».

14. Ἀλλ᾽ ὁ Πέτρος εἶπε, «Ἐπ᾽ οὐδενὶ λόγῳ, Κύριε, διότι ποτὲ δὲν ἔφαγα τίποτε μολυσμένον ἢ ἀκάθαρτον».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Πραξεισ Αποστολων 10