Καὶ ἐλυπήθηκαν πάρα πολὺ καὶ ἄρχισαν νὰ τοῦ λέγουν ὁ καθένας ἀπὸ αὐτούς, «Μήπως εἶμαι ἐγώ, Κύριε;».