Καινή Διαθήκη

Κατα Μαρκον 6:37-52 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

37. Ἐκεῖνος δὲ ἀπήντησε, «Δῶστέ τους σεῖς νὰ φάγουν». Καὶ τοῦ λέγουν, «Νὰ πᾶμε νὰ ἀγοράσωμε ψωμιὰ ἀξίας διακοσίων δηναρίων καὶ νὰ τοὺς δώσωμε νὰ φάγουν;».

38. Αὐτὸς δὲ τοὺς λέγει, «Πόσα ψωμιὰ ἔχετε; Πηγαίνετε νὰ ἰδῆτε». Καὶ ἀφοῦ ἐξακρίβωσαν, εἶπαν, «Πέντε καὶ δύο ψάρια».

39. Καὶ τοὺς διέταξε νὰ ξαπλώσουν ὅλοι ἐπάνω εἰς τὸ χλωρὸ χορτάρι ὁμάδες ὁμάδες.

40. Καὶ ἐξαπλώθηκαν ὁμάδες ὁμάδες εἰς τὸ πράσινο χορτάρι ἀνὰ ἑκατὸ καὶ ἀνὰ πενῆντα.

41. Καὶ ἀφοῦ ἐπῆρε τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ τὰ δύο ψάρια καὶ ἔστρεψε τὸ βλέμμα εἰς τὸν οὐρανόν, εὐλόγησε καὶ ἔκοψε τὸ ψωμὶ σὲ κομμάτια καὶ τὰ ἔδωκε εἰς τοὺς μαθητὰς διὰ νὰ τοὺς τὰ δώσουν. Ἐμοίρασε καὶ τὰ δύο ψάρια εἰς ὅλους.

42. Καὶ ἔφαγαν ὅλοι καὶ ἐχόρτασαν.

43. Καὶ ἐσήκωσαν δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα ἀπὸ κομμάτια καὶ ἀπὸ τὰ ψάρια.

44. Καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ ἔφαγαν τὰ ψωμιὰ ἦσαν πέντε χιλιάδες ἄνδρες.

45. Καὶ ἀμέσως ἀνάγκασε τοὺς μαθητάς του νὰ μποῦν εἰς τὸ πλοιάριον καὶ νὰ μεταβοῦν πρὶν ἀπ᾽ αὐτὸν εἰς τὸ ἀντικρυνὸ μέρος πρὸς τὴν Βηθσαϊδάν, ἕως ὅτου αὐτὸς διαλύσῃ τὸν κόσμον.

46. Καὶ ἀφοῦ τοὺς ἀπεχαιρέτησε, ἐπῆγε εἰς τὸ βουνὸ διὰ νὰ προσευχηθῇ.

47. Καὶ ὅταν ἐβράδυασε, τὸ πλοιάριον ἦτο εἰς τὸ μέσον τῆς λίμνης καὶ αὐτὸς ἦτο μόνος εἰς τὴν ξηράν.

48. Καὶ ὅταν τοὺς εἶδε νὰ βασανίζωνται μὲ τὴν κωπηλασίαν, διότι ὁ ἄνεμος τοὺς ἦτο ἀντίθετος, κατὰ τὴν τετάρτην νυχτερινὴ βάρδια, ἔρχεται πρὸς αὐτοὺς περπατώντας ἐπάνω εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἤθελε νὰ τοὺς προσπεράσῃ.

49. Αὐτοὶ ὅταν τὸν εἶδαν νὰ περπατῇ ἐπάνω εἰς τὴν θάλασσαν, ἐνόμισαν ὅτι εἶναι φάντασμα καὶ ἐφώναξαν,

50. διότι ὅλοι τὸν εἶχαν ἰδῆ, καὶ ἐταράχθησαν. Αὐτὸς ἀμέσως τοὺς μίλησε καὶ τοὺς εἶπε, «Ἔχετε θάρρος, ἐγὼ εἶμαι. Μὴ φοβᾶσθε».

51. Καὶ ἀνέβηκε σ᾽ αὐτοὺς εἰς τὸ πλοιάριον καὶ ἐσταμάτησε ὁ ἄνεμος καὶ ἐδοκίμασαν μέσα τους πολὺ μεγάλην ἔκπληξιν καὶ ἐθαύμαζαν,

52. διότι δὲν εἶχαν καταλάβει τί εἶχε γίνει μὲ τὰ ψωμιὰ ἀλλ᾽ ἡ καρδιά τους ἦτο πωρωμένη.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Μαρκον 6