29. Ἔτσι καὶ σεῖς, ὅταν ἰδῆτε νὰ γίνωνται αὐτά, νὰ ξέρετε ὅτι εἶναι πλησίον, εἰς τὴν πόρτα.
30. Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι δὲν θὰ περάσῃ ἡ γενεὰ αὐτὴ πρὶν γίνουν ὅλα αὐτά.
31. Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ θὰ παρέλθουν, οἱ λόγοι μου ὅμως δὲν θὰ παρέλθουν.
32. Τὴν ἡμέραν ὅμως ἐκείνην ἢ τὴν ὥραν δὲν ξέρει κανείς, οὔτε οἱ ἄγγελοι εἰς τὸν οὐρανὸν οὔτε ὁ Υἱός, παρὰ μόνον ὁ Πατέρας.
33. Προσέχετε, ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε, διότι δὲν ξέρετε πότε εἶναι ὁ καιρός.
34. Ὅπως ἂν ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἔφυγε εἰς τὴν ξενιτιὰ καὶ ἄφησε τὸ σπίτι του καὶ ἔδωκε εἰς τοὺς δούλους του τὴν ἐπιτήρησιν, εἰς τὸν καθένα τὸ ἔργον του, καὶ τὸν θυρωρὸν διέταξε νὰ ἀγρυπνῇ.