Καινή Διαθήκη

Κατα Μαρκον 12:17-37 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

17. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Δῶστε εἰς τὸν Καίσαρα ὅσα ὀφείλονται εἰς τὸν Καίσαρα καὶ εἰς τὸν Θεὸν ὅσα ὀφείλονται εἰς τὸν Θεόν». Καὶ αὐτοὶ τὸν ἐθαύμασαν.

18. Ἔρχονται εἰς αὐτὸν οἱ Σαδδουκαῖοι, οἱ ὁποῖοι λέγουν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀνάστασις νεκρῶν, καὶ τοῦ ἔθεσαν τὴν ἑξῆς ἐρώτησιν,

19. «Διδάσκαλε, ὁ Μωϋσῆς μᾶς ἄφησε γραπτὴν ἐντολὴν ὅτι ἐὰν πεθάνῃ ὁ ἀδελφὸς ἑνὸς καὶ ἀφήσῃ γυναῖκα ἀλλὰ δὲν ἀφήσῃ παιδί, νὰ πάρῃ ὁ ἀδελφός του τὴν γυναῖκα διὰ νὰ φέρῃ ἀπογόνους εἰς τὸν ἀδελφόν του.

20. Ἦσαν λοιπὸν ἑπτὰ ἀδελφοί. Καὶ ὁ πρῶτος ἐπῆρε μιὰ γυναῖκα καὶ ὅταν ἐπέθανε δὲν ἄφησε ἀπόγονον.

21. Καὶ ὁ δεύτερος τὴν ἐπῆρε καὶ ἐπέθανε, ἀλλ᾽ οὔτε καὶ αὐτὸς ἄφησε ἀπόγονον καὶ ὁ τρίτος ὁμοίως.

22. Καὶ οἱ ἑπτὰ τὴν ἐπῆραν καὶ δὲν ἄφησαν ἀπόγονον. Τελευταία ἀπὸ ὅλους ἐπέθανε καὶ ἡ γυναῖκα.

23. Κατὰ τὴν ἀνάστασιν, ὅταν θὰ ἀναστηθοῦν, σὲ ποιόν ἀπὸ αὐτοὺς θὰ ἀνήκῃ ἡ γυναῖκα; Διότι καὶ οἱ ἑπτὰ τὴν εἶχαν σύζυγον».

24. Ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπήντησε, «Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ λόγος ποὺ πλανᾶσθε, τὸ ὅτι δὲν γνωρίζετε τὰς γραφὰς οὔτε τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ;

25. Διότι ὅταν ἀναστηθοῦν ἐκ νεκρῶν, οὔτε νυμφεύονται οὔτε ὑπανδρεύονται, ἀλλὰ εἶναι ὅπως οἱ ἄγγελοι εἰς τοὺς οὐρανούς.

26. Ὅσον ἀφορᾶ δὲ τοὺς νεκροὺς ὅτι θὰ ἀναστηθοῦν, δὲν ἐδιαβάσατε εἰς τὸ βιβλίον τοῦ Μωϋσέως ὅπου γίνεται λόγος περὶ τῆς βάτου, τί εἶπε εἰς αὐτὸν ὁ Θεός, Ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεὸς τοῦ Ἀβραὰμ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσαὰκ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ Ἰακώβ;

27. Δὲν εἶναι Θεὸς νεκρῶν ἀλλὰ ζώντων. Βρίσκεσθε εἰς μεγάλην πλάνην».

28. Καὶ ἐπλησίασε ἕνας ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς, ὁ ὁποῖος τοὺς ἄκουσε νὰ συζητοῦν καὶ ἐπειδὴ ἐκατάλαβε ὅτι καλὰ ἀπεκρίθη, τὸν ἐρώτησε, «Ποιά εἶναι ἡ πρώτη ἀπὸ ὅλας τὰς ἐντολάς;».

29. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπεκρίθη, «Ἡ πρώτη ἐντολὴ εἶναι, Ἄκουε Ἰσραήλ, ὁ Κύριος ὁ Θεός μας εἶναι ἕνας Κύριος.

30. Καὶ νὰ ἀγαπᾷς τὸν Κύριον τὸν Θεόν σου μὲ ὅλην σου τὴν καρδιὰ καὶ μὲ ὅλην σου τὴν ψυχὴν καὶ μὲ ὅλην σου τὴν διάνοιαν καὶ μὲ ὅλην σου τὴν δύναμιν. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή.

31. Ἡ δεύτερη εἶναι αὐτή, Νὰ ἀγαπᾷς τὸν πλησίον σου σὰν τὸν ἑαυτόν σου. Δὲν ὑπάρχει ἐντολὴ μεγαλύτερη ἀπὸ αὐτές».

32. Καὶ εἶπε εἰς αὐτὸν ὁ γραμματεύς, «Καλά, Διδάσκαλε. Ὀρθὰ εἶπες ὅτι ἕνας Θεὸς ὑπάρχει καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος ἐκτὸς ἀπὸ αὐτόν,

33. καὶ τὸ νὰ ἀγαπᾶμε αὐτὸν μὲ ὅλην τὴν καρδιὰ καὶ μὲ ὅλην τὴν διάνοιαν καὶ μὲ ὅλην τὴν ψυχὴν καὶ τὸ νὰ ἀγαπᾶμε τὸν πλησίον ὅπως τὸν ἑαυτόν μας, ἀξίζει περισσότερον ἀπὸ ὅλα τὰ ὁλοκαυτώματα καὶ τὰς θυσίας».

34. Καὶ ὁ Ἰησοῦς, ἐπειδὴ εἶδε ὅτι συνετὰ ἀπεκρίθη, τοῦ εἶπε, «Δὲν εἶσαι μακρυὰ ἀπὸ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Καὶ κανεὶς πλέον δὲν ἐτολμοῦσε νὰ τὸν ἐρωτήσῃ.

35. Καὶ ἔλεγε ὁ Ἰησοῦς κατὰ τὴν διδασκαλίαν του εἰς τὸν ναόν, «Πῶς λέγουν οἱ γραμματεῖς ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι υἱὸς τοῦ Δαυΐδ;

36. Διότι ὁ ἴδιος ὁ Δαυῒδ εἶπε, ἐμπνευσθεὶς ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, Εἶπε ὁ Κύριος εἰς τὸν Κύριόν μου, Κάθησε εἰς τὰ δεξιά μου ἕως ὅτου κάνω τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδιῶν σου.

37. Ὁ ἴδιος λοιπὸν ὁ Δαυῒδ τὸν λέγει Κύριον, πῶς λοιπὸν εἶναι υἱός του;».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Μαρκον 12