Καινή Διαθήκη

Κατα Μαρκον 10:23-42 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

23. Καὶ ὁ Ἰησοῦς ἔστρεψε γύρω τὸ βλέμμα του καὶ λέγει εἰς τοὺς μαθητάς του, «Πόσον δύσκολα ἐκεῖνοι, ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα, θὰ μποῦν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».

24. Οἱ μαθηταὶ κατεπλάγησαν μὲ τὰ λόγια του. Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔλαβε πάλιν τὸν λόγον καὶ τοὺς εἶπε, «Παιδιά μου, πόσον δύσκολον εἶναι δι᾽ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τὴν ἐμπιστοσύνην τους εἰς τὰ χρήματα νὰ μποῦν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

25. Εἶναι εὐκολώτερον νὰ περάσῃ μία καμήλα ἀπὸ τὴν τρύπα μιᾶς βελόνας παρὰ νὰ μπῇ πλούσιος εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».

26. Ἀλλ᾽ αὐτοὶ ἐδοκίμαζαν μεγαλύτερην ἔκπληξιν καὶ ἔλεγαν μεταξύ τους, «Τότε ποιός μπορεῖ νὰ σωθῇ;».

27. Ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἐκύτταξε κατὰ πρόσωπον καὶ λέγει, «Διὰ τοὺς ἀνθρώπους αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον ἀλλ᾽ ὄχι διὰ τὸν Θεόν. Ὅλα εἶναι δυνατὰ εἰς τὸν Θεόν».

28. Τότε ἄρχισε ὁ Πέτρος νὰ τοῦ λέγῃ, «Νά, ἐμεῖς ἀφήσαμεν ὅλα καὶ σὲ ἀκολουθήσαμε».

29. Ὁ Ἰησοῦς εἶπε, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ ἄφησε σπίτι ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναῖκα ἢ παιδιὰ ἢ χωράφια ἐξ αἰτίας ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου,

30. ποὺ δὲν θὰ λάβῃ ἑκατὸ φορὲς περισσότερα τώρα στὸν κόσμον αὐτὸν σπίτια καὶ ἀδελφοὺς καὶ ἀδελφὰς καὶ μητέρας καὶ παιδιὰ καὶ χωράφια ἐν μέσῳ διωγμῶν, εἰς δὲ τὸν μέλλοντα κόσμον ζωὴν αἰώνιον.

31. Πολλοὶ ποὺ εἶναι πρῶτοι, θὰ γίνουν τελευταῖοι, καὶ οἱ τελευταῖοι πρῶτοι».

32. Ἀνέβαιναν τὸν δρόμον πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ Ἰησοῦς ἐβάδιζε πρὶν ἀπ᾽ αὐτοὺς καὶ ἦσαν κατάπληκτοι, ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἀκολουθοῦσαν ἐφοβοῦντο. Καὶ ἐπῆρε πάλιν κατὰ μέρος τοὺς δώδεκα καὶ ἄρχισε νὰ τοὺς λέγῃ τὰ μέλλοντα νὰ τοῦ συμβοῦν,

33. ὅτι, «Ἰδού, ἀναβαίνομεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ παραδοθῇ εἰς τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς καὶ θὰ τὸν καταδικάσουν εἰς θάνατον καὶ θὰ τὸν παραδώσουν εἰς τοὺς ἐθνικούς.

34. Θὰ τὸν ἐμπαίξουν καὶ θὰ τὸν μαστιγώσουν, θὰ τὸν φτύσουν καὶ θὰ τὸν θανατώσουν καὶ τὴν τρίτην ἡμέραν θὰ ἀναστηθῇ».

35. Καὶ τὸν πλησιάζουν ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ τοῦ λέγουν, «Διδάσκαλε, θέλομεν ἐκεῖνο, ποὺ θὰ σοῦ ζητήσωμεν, νὰ μᾶς τὸ κάνῃς».

36. Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε, «Τί θέλετε νὰ σᾶς κάνω;».

37. Ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν, «Δός μας νὰ καθήσωμεν ὁ ἕνας εἰς τὰ δεξιά σου καὶ ὁ ἄλλος εἰς τὰ ἀριστερά σου ὅταν ἔλθῃ ἡ ἡμέρα τῆς δόξης σου».

38. Ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε. Μπορεῖτε νὰ πιῆτε τὸ ποτῆρι, ποὺ ἐγὼ πίνω καὶ νὰ βαπτισθῆτε τὸ βάπτισμα, ποὺ ἐγὼ βαπτίζομαι;».

39. Ἐκεῖνοι εἶπαν, «Μποροῦμε». Ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε, «Τὸ ποτῆρι ποὺ ἐγὼ θὰ πιῶ, θὰ τὸ πιῆτε καὶ θὰ βαπτισθῆτε τὸ βάπτισμα, τὸ ὁποῖον ἐγὼ βαπτίζομαι.

40. Τὸ νὰ σᾶς βάλω ὅμως νὰ καθήσετε εἰς τὰ δεξιά μου ἢ εἰς τὰ ἀριστερά, δὲν εἶναι δικαίωμά μου νὰ τὸ δώσω ἀλλ᾽ εἶναι δι᾽ ἐκείνους, διὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἑτοιμασθῆ».

41. Καὶ ὅταν οἱ δέκα τὸ ἄκουσαν, ἄρχισαν νὰ ἀγανακτοῦν ἐναντίον τοῦ Ἰακώβου καὶ τοῦ Ἰωάννου.

42. Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς ἐκάλεσε καὶ τοὺς λέγει, «Ξέρετε ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ θεωροῦνται ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν, τὰ καταδυναστεύουν, καὶ οἱ μεγάλοι ἄνδρες τους τὰ καταπιέζουν.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Μαρκον 10