Καινή Διαθήκη

Κατα Λουκαν 19:6-15 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

6. Καὶ κατέβηκε γρήγορα καὶ τὸν ὑποδέχθηκε μὲ χαράν.

7. Ὅταν εἶδαν αὐτό, ὅλοι παρεπονοῦντο καὶ ἔλεγαν, «Εἰς τὸ σπίτι ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου πηγαίνει νὰ μείνῃ».

8. Ὁ Ζακχαῖος ἐστάθηκε καὶ εἶπε εἰς τὸν Κύριον, «Τὸ ἥμισυ τῆς περιουσίας μου δίνω, Κύριε, εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ ἐὰν μὲ δόλιον τρόπον ἐπῆρα ἀπὸ κάποιον τίποτε, θὰ τοῦ τὸ ἀποδώσω τέσσερις φορὲς περισσότερον».

9. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε, «Σήμερα ἔγινε σωτηρία σὲ τοῦτο τὸ σπίτι, διότι καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ,

10. καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε νὰ ἀναζητήσῃ καὶ νὰ σώσῃ τὸ ἀπολωλός».

11. Ἐνῷ ἄκουαν αὐτά, τοὺς εἶπε καὶ μίαν παραβολήν, διότι ἦτο κοντὰ εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ αὐτοὶ ἐνόμιζαν ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μέλλει νὰ φανερωθῇ ἀμέσως.

12. Εἶπε λοιπόν, «Κάποιος ἀπὸ εὐγενῆ καταγωγὴν ἐπῆγε σὲ μακρυνὴ χώρα διὰ νὰ λάβῃ διὰ τὸν ἑαυτόν του βασιλικὴν ἐξουσίαν καὶ ὕστερα νὰ ἐπιστρέψῃ.

13. Ἀφοῦ ἐκάλεσε δέκα δούλους του, τοὺς ἔδωκε δέκα ἑκατοντάδραχμα καὶ τοὺς εἶπε, «Ἐμπορευθῆτε μὲ αὐτὰ ἕως ὅτου ἐπιστρέψω».

14. Ἀλλ᾽ οἱ συμπολῖται του τὸν ἐμισοῦσαν καὶ ἔστειλαν πίσω του πρεσβείαν λέγοντες, «Δὲν θέλομεν νὰ γίνῃ αὐτὸς βασιλεύς μας».

15. Ὅταν ἐπανῆλθε, ἀφοῦ ἔλαβε τὴν βασιλικὴν ἐξουσίαν, εἶπε νὰ κληθοῦν οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς εἶχε δώσει τὰ χρήματα, διὰ νὰ μάθῃ τί εἶχε κερδήσει ὁ καθένας.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Λουκαν 19