33. Ὅποιος ζητήσῃ νὰ σώσῃ τὴν ζωήν του, θὰ τὴν χάσῃ ἀλλ᾽ ὅποιος τὴν χάσῃ, θὰ τὴν διατηρήσῃ.
34. Σᾶς λέγω, ὅτι τὴν νύχτα ἐκείνην θὰ εἶναι δύο εἰς ἕνα κρεββάτι, ὁ ἕνας θὰ παραληφθῇ, ὁ ἄλλος θὰ ἀφεθῇ.
35. Θὰ εἶναι δύο μαζὶ νὰ ἀλέθουν, ἡ μία θὰ παραληφθῇ, ἡ ἄλλη θὰ ἀφεθῇ·
36. [δύο θὰ βρίσκωνται εἰς τὸ χωράφι, ὁ ἕνας θὰ παραληφθῇ, ὁ ἄλλος θὰ ἀφεθῇ]».
37. Καὶ τοῦ εἶπαν, «Ποῦ, Κύριε;». Ἐκεῖνος δὲ τοὺς εἶπε, «Ὅπου εἶναι τὸ σῶμα, ἐκεῖ θὰ μαζευθοῦν καὶ οἱ ἀετοί».