15. Λέγει εἰς αὐτὸν ἡ γυναῖκα, «Κύριε, δός μου τὸ νερὸ αὐτὸ διὰ νὰ μὴ διψῶ οὔτε νὰ ἔρχομαι ἐδῶ νὰ ἀντλῶ».
16. Ὁ Ἰησοῦς τῆς λέγει, «Πήγαινε, φώναξε τὸν ἄνδρα σου καὶ ἔλα ἐδῶ».
17. Ἡ γυναῖκα ἀπεκρίθη, «Δὲν ἔχω ἄνδρα». Λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς, «Καλὰ εἶπες ὅτι δὲν ἔχεις ἄνδρα,
18. διότι πέντε ἄνδρες ἐπῆρες καὶ τώρα ἐκεῖνον ποὺ ἔχεις δὲν εἶναι ἄνδρας σου· εἰς αὐτὸ εἶπες ἀλήθεια».
19. Λέγει εἰς αὐτὸν ἡ γυναῖκα, «Κύριε, βλέπω ὅτι σὺ εἶσαι προφήτης.
20. Οἱ πατέρες μας εἰς τὸ ὄρος τοῦτο ἐλάτρευσαν τὸν Θεόν, ἐνῷ σεῖς λέτε ὅτι εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα εἶναι ὁ τόπος ὅπου πρέπει νὰ λατρεύεται ὁ Θεός».
21. Λέγει εἰς αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς, «Πίστεψέ με, γυναῖκα, ὅτι ἔρχεται ὥρα ποὺ οὔτε εἰς τὸ ὄρος τοῦτο οὔτε εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα θὰ λατρεύετε τὸν Πατέρα.