Καινή Διαθήκη

Κατα Ιωαννην 19:9-21 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

9. καὶ ἐμπῆκε πάλιν εἰς τὸ κυβερνεῖον καὶ λέγει εἰς τὸν Ἰησοῦν, «Ἀπὸ ποῦ εἶσαι σύ;». Ἀλλ᾽ ὁ Ἰησοῦς δὲν τοῦ ἔδωκε ἀπάντησιν.

10. Ὁ Πιλᾶτος τοῦ λέγει, «Σ᾽ ἐμὲ δὲν μιλεῖς; Δὲν ξέρεις ὅτι ἔχω ἐξουσίαν νὰ σὲ σταυρώσω καὶ ἔχω ἐξουσίαν νὰ σὲ ἀφήσω ἐλεύθερον;».

11. Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς, «Δὲν θὰ εἶχες καμμίαν ἐξουσίαν ἐναντίον μου, ἐὰν δὲν σοῦ εἶχε δοθῇ ἄνωθεν. Διὰ τοῦτο ἐκεῖνος ποὺ μὲ παρέδωκε σ᾽ ἐσὲ ἔχει μεγαλύτερην ἁμαρτίαν».

12. Δι᾽ αὐτὸν τὸν λόγον ἐζητοῦσε ὁ Πιλᾶτος νὰ τὸν ἀπολύσῃ. Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως ἔκραζαν, «Ἐὰν ἀπολύσῃς αὐτόν, δὲν εἶσαι φίλος τοῦ Καίσαρος. Ὅποιος κάνει τὸν ἑαυτόν του βασιλέα ἀντιτίθεται πρὸς τὸν Καίσαρα».

13. Ὅταν ἄκουσε ὁ Πιλᾶτος τί ἔλεγαν, ἔφερε ἔξω τὸν Ἰησοῦν, αὐτὸς δὲ ἐκάθησε εἰς τὴν δικαστικὴν ἕδραν, εἰς τόπον ποὺ λέγεται Λιθόστρωτον, Ἑβραϊστὶ δὲ Γαββαθᾶ.

14. Ἦτο ἡ ἡμέρα τῆς Παρασκευῆς τοῦ Πάσχα, ὥρα δὲ περίπου ἕκτη, καὶ λέγει εἰς τοὺς Ἰουδαίους, «Νά, ὁ βασιλεύς σας».

15. Ἐκεῖνοι ἐκραύγασαν, «Ἆρον, ἆρον, σταύρωσέ τον». Ὁ Πιλᾶτος τοὺς λέγει, «Τὸν βασιλέα σας νὰ σταυρώσω;». Ἀπεκρίθησαν οἱ ἀρχιερεῖς, «Δὲν ἔχομεν βασιλέα παρὰ τὸν Καίσαρα».

16. Τότε τοὺς τὸν παρέδωκε διὰ νὰ σταυρωθῇ.

17. Ἐκεῖνοι ἐπῆραν τὸν Ἰησοῦν καὶ ἔφυγαν, αὐτὸς δὲ βαστάζων τὸν σταυρόν του ἐξῆλθεν εἰς τὸν λεγόμενον Κρανίου τόπον, ὁ ὁποῖος Ἑβραϊστὶ λέγεται Γολγοθᾶ,

18. ὅπου τὸν ἐσταύρωσαν καὶ μαζί του ἄλλους δύο, ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο, καὶ τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸ μέσον.

19. Ἔγραψε δὲ ὁ Πιλᾶτος ἐπιγραφὴν καὶ τὴν ἔβαλε ἐπάνω εἰς τὸν σταυρόν· ἡ ἐπιγραφὴ ἦτο: Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.

20. Τὴν ἐπιγραφὴν αὐτὴν ἀνέγνωσαν πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, διότι ἦτο πλησίον τῆς πόλεως ὁ τόπος ὅπου ἐσταυρώθηκε ὁ Ἰησοῦς, ἦτο δὲ γραμμένη εἰς Ἑβραϊκήν, εἰς Ἑλληνικὴν καὶ εἰς Λατινικὴν γλῶσσαν.

21. Οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων εἶπαν τότε εἰς τὸν Πιλᾶτον, «Μὴ γράφῃς, Ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ᾽ ὅτι ἐκεῖνος εἶπε, Εἶμαι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ιωαννην 19