Καινή Διαθήκη

Κατα Ιωαννην 10:22-41 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

22. Ἑωρτάζετο τότε ἡ ἑορτὴ τῶν ἐγκαινίων εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἦτο χειμῶνας·

23. καὶ ὁ Ἰησοῦς περπατοῦσε εἰς τὸν ναόν, εἰς τὴν στοὰν τοῦ Σολομῶντος.

24. Τότε τὸν ἐκύκλωσαν οἱ Ἰουδαῖοι καὶ τοῦ ἔλεγαν, «Ἕως πότε θὰ μᾶς κρατᾷς σὲ ἀμφιβολίαν; Ἐὰν ἐσὺ εἶσαι ὁ Χριστός, νὰ μᾶς τὸ πῇς δημοσίᾳ».

25. Ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη, «Σᾶς τὸ εἶπα ἀλλὰ δὲν πιστεύετε. Τὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα ἐγὼ κάνω εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατέρα μου, αὐτὰ μαρτυροῦν δι᾽ ἐμέ.

26. Ἀλλὰ σεῖς δὲν πιστεύετε, διότι, ὅπως σᾶς εἶπα, δὲν εἶσθε ἀπὸ τὰ δικά μου πρόβατα.

27. Τὰ δικά μου πρόβατα ἀκοῦνε τὴν φωνήν μου καὶ ἐγὼ τὰ ξέρω καὶ μὲ ἀκολουθοῦν·

28. τοὺς δίνω ζωὴν αἰώνιον καὶ δὲν θὰ χαθοῦν ποτέ· κανεὶς δὲν θὰ τὰ ἁρπάξῃ ἀπὸ τὸ χέρι μου.

29. Ὁ Πατέρας μου, ὁ ὁποῖος μοῦ τὰ ἔχει δώσει, εἶναι μεγαλύτερος ὅλων καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἁρπάξῃ ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Πατέρα μου.

30. Ἐγὼ καὶ ὁ Πατέρας εἴμεθα ἕνα».

31. Ἐσήκωσαν πάλιν πέτρες οἱ Ἰουδαῖοι διὰ νὰ τὸν λιθοβολήσουν.

32. Ὁ Ἰησοῦς τότε τοὺς εἶπε, «Πολλὰ καλὰ ἔργα σᾶς ἔδειξα ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, γιὰ ποιό ἔργον ἀπὸ αὐτὰ μὲ λιθοβολεῖτε;».

33. Ἀπεκρίθησαν εἰς αὐτὸν οἱ Ἰουδαῖοι, «Δὲν σὲ λιθοβολοῦμε γιὰ κάποιο καλὸ ἔργον ἀλλὰ διὰ βλασφημίαν, διότι σύ, ἐνῷ εἶσαι ἄνθρωπος, κάνεις τὸν ἑαυτόν σου Θεόν».

34. Ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη, «Δὲν εἶναι γραμμένον εἰς τὸν νόμον σας, Ἐγὼ εἶπα, εἶσθε Θεοί;

35. Ἐὰν ἐκείνους εἶπε Θεούς, πρὸς τοὺς ὁποίους ἦλθε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ — καὶ ἡ γραφὴ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καταργηθῇ —

36. σεῖς λέτε εἰς ἐκεῖνον, ποὺ ὁ Πατέρας τὸν ἁγίασε καὶ τὸν ἔστειλε εἰς τὸν κόσμον, «Βλασφημεῖς», ἐπειδὴ εἶπα, «Εἶμαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»;

37. Ἐὰν δὲν κάνω τὰ ἔργα τοῦ Πατέρα μου, μὴ μὲ πιστεύετε.

38. Ἐὰν ὅμως τὰ κάνω, τότε, καὶ ἂν ἀκόμη δὲν πιστεύετε σ᾽ ἐμέ, πιστέψατε εἰς τὰ ἔργα, διὰ νὰ γνωρίσετε καὶ πιστέψετε ὅτι ὁ Πατέρας εἶναι ἐν ἐμοὶ καὶ ἐγὼ ἐν αὐτῷ».

39. Ἐζητοῦσαν τότε πάλιν νὰ τὸν πιάσουν, ἀλλ᾽ ἐξέφυγε ἀπὸ τὰ χέρια τους.

40. Καὶ ἀνεχώρησε πάλιν πέραν ἀπὸ τὸν Ἰορδάνην, εἰς τὸν τόπον ὅπου ἐβάπτιζε πρῶτα ὁ Ἰωάννης, καὶ ἔμεινε ἐκεῖ.

41. Καὶ ἦλθαν πολλοὶ πρὸς αὐτὸν καὶ ἔλεγαν, «Ὁ Ἰωάννης δὲν ἔκανε κανένα θαῦμα, ἀλλ᾽ ὅλα ὅσα εἶπε γι᾽ αὐτόν, ἦσαν ἀληθινὰ».

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ιωαννην 10