Καὶ ὅταν ἄνοιξε τὴν τρίτην σφραγῖδα, ἄκουσα τὸ τρίτο ζωντανὸ ὂν νὰ λέγῃ, «Ἔλα». Ἐκύτταξα καὶ ἰδού, ἕνα μαῦρο ἄλογο καὶ ὁ ἀναβάτης εἶχε εἰς τὸ χέρι του μιὰ ζυγαριά.