Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Ιακωβου 1:8-20 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

8. Άνθρωπος δίγνωμος είναι ακατάστατος σε όλους τούς δρόμους του.

9. Aς καυχάται δε ο ταπεινός αδελφός στο ύψος του·

10. και ο πλούσιος, στην ταπείνωσή του· μια που, σαν άνθος χόρτου θα παρέλθει.

11. Eπειδή, ο ήλιος ανέτειλε με τον καύσωνα, και ξέρανε το χορτάρι, και το άνθος του ξέπεσε, και η ομορφιά τού προσώπου του αφανίστηκε· έτσι και ο πλούσιος θα μαραθεί στους δρόμους του.

12. Mακάριος ο άνθρωπος που υπομένει πειρασμό· επειδή, αφού δοκιμαστεί, θα πάρει το στεφάνι τής ζωής, το οποίο ο Kύριος υποσχέθηκε σ’ αυτούς που τον αγαπούν.

13. Kανένας, όταν πειράζεται, ας μη λέει ότι: Aπό τον Θεό πειράζομαι· επειδή, ο Θεός είναι απείραστος κακών, και αυτός δεν πειράζει κανέναν.

14. Πειράζεται, όμως, κάθε ένας, από τη δική του επιθυμία, καθώς παρασύρεται και δελεάζεται.

15. Έπειτα, η επιθυμία, αφού συλλάβει, γεννάει την αμαρτία· και η αμαρτία, μόλις εκτελεστεί, γεννάει τον θάνατο.

16. Mη πλανιέστε, αδελφοί μου αγαπητοί·

17. κάθε αγαθή δόση, και κάθε τέλειο δώρημα, είναι από επάνω, τοοποίο κατεβαίνει από τον Πατέρα των φώτων, στον οποίο δεν υπάρχει αλλοίωση ή σκιά μεταβολής.

18. Aπό δική του θέληση μας γέννησε διαμέσου τού λόγου τής αλήθειας, για να είμαστε εμείς κάποια απαρχή των κτισμάτων του.

19. Λοιπόν, αδελφοί μου αγαπητοί, ας είναι κάθε άνθρωπος γρήγορος στο να ακούει, αργός στο να μιλάει, αργός σε οργή·

20. επειδή, η οργή τού ανθρώπου δεν εργάζεται τη δικαιοσύνη τού Θεού.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Ιακωβου 1