10. Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ καὶ ἡ Ρεβέκκα, ἀπὸ ἕνα ἄνδρα, τὸν πατέρα μας Ἰσαάκ, συνέλαβε παιδιά,
11. καὶ ἐνῷ δὲν εἶχαν ἀκόμη γεννηθῆ καὶ δὲν εἶχαν κάνει τίποτε καλὸν ἢ κακόν, διὰ νὰ μείνῃ ἡ πρόθεσις τοῦ Θεοῦ κατ᾽ ἐκλογήν,
12. ἡ ὁποία δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἔργα ἀλλὰ ἀπὸ ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος καλεῖ, ἐλέχθη εἰς αὐτήν, Ὁ μεγαλύτερος θὰ δουλέψῃ τὸν νεώτερον,
13. καθὼς εἶναι γραμμένον, Τὸν Ἰακὼβ ἀγάπησα τὸν δὲ Ἠσαῦ ἐμίσησα.
14. Τί θὰ ποῦμε λοιπόν; Ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἄδικος; Μὴ γένοιτο.
15. Διότι εἰς τὸν Μωϋσῆν λέγει, Θὰ ἐλεήσω ἐκεῖνον ποὺ ἐλεῶ καὶ θὰ σπλαγχνισθῶ ἐκεῖνον ποὺ σπλαγχνίζομαι.
16. Ὥστε λοιπὸν δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν θέλησιν ἢ τὴν προσπάθειαν τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
17. Διότι λέγει ἡ γραφὴ εἰς τὸν Φαραώ, Γι᾽ αὐτὸ ἀκριβῶς σὲ ἀνύψωσα, διὰ νὰ δείξω διὰ σοῦ τὴν δύναμίν μου καὶ νὰ διαλαληθῇ τὸ ὄνομά μου εἰς ὅλην τὴν γῆν.