καὶ μετὰ τὴν ἀπομάκρυνσίν του, ἤγειρε τὸν Δαυῒδ διὰ βασιλέα των, διὰ τὸν ὁποῖον ἔδωκε καὶ τὴν ἑξῆς μαρτυρίαν: Εὑρῆκα τὸν Δαυΐδ, τὸν υἱὸν τοῦ Ἰεσσαί, ἄνδρα κατὰ τὴν καρδιά μου, ὁ ὁποῖος θὰ κάνῃ ὅλα τὰ θελήματά μου.