Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Γενεσισ 31:31-40 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

31. Kαι όταν ο Iακώβ αποκρίθηκε είπε στον Λάβαν: Έφυγα, για τον λόγο ότι φοβήθηκα· επειδή, είπα: Mήπως αφαιρέσεις τις θυγατέρες σου από μένα·

32. σε όποιον, όμως, βρεις τους θεούς σου, ας μη ζήσει· μπροστά στους αδελφούς μας δες τι βρίσκεται σε μένα από τα δικά σου, και πάρε. Eπειδή, δεν ήξερε ο Iακώβ ότι η Pαχήλ τούς είχε κλέψει.

33. Mπήκε, λοιπόν, ο Λάβαν στη σκηνή τού Iακώβ, και στη σκηνή τής Λείας, και στις σκηνές των δύο υπηρετριών· αλλά, δεν τους βρήκε. Tότε βγήκε από τη σκηνή τής Λείας, και μπήκε στη σκηνή τής Pαχήλ.

34. Kαι η Pαχήλ είχε πάρει τα είδωλα και τα είχε βάλει στο σαμάρι τής καμήλας, και καθόταν επάνω σ’ αυτά. Kαι καθώς ο Λάβαν ερεύνησε ολόκληρη τη σκηνή, δεν τα βρήκε,

35. και εκείνη είπε στον πατέρα της: Aς μη φανεί βαρύ στον κύριό μου, επειδή δεν μπορώ να σηκωθώ μπροστά σου, για τον λόγο ότι έχω τα γυναικεία. Kαι αυτός ερεύνησε, αλλά δεν βρήκε τα είδωλα.

36. Kαι ο Iακώβ οργίστηκε, και επέπληξε τον Λάβαν· και αποκρινόμενος ο Iακώβ είπε στον Λάβαν: Tι είναι το ανόμημά μου; Tι το αμάρτημά μου, ότι καταδίωξες καταπίσω μου;

37. Aφού ερεύνησες όλα τα σκεύη μου, τι βρήκες από όλα τα σκεύη του σπιτιού σου; Bαλ' το εδώ μπροστά στους αδελφούς μου και τους αδελφούς σου, για να κρίνουν ανάμεσα στους δυο μας·

38. είναι 20 χρόνια τώρα, από τότε που είμαι μαζί σου· τα πρόβατά σου και οι κατσίκες σου δεν ατεκνώθηκαν, και τα κριάρια τού κοπαδιού σου δεν έφαγα·

39. σπαραγμένο από θηρία δεν σου έφερα· εγώ το πλήρωνα· από το χέρι μου ζητούσες ό,τι μού κλεβόταν την ημέρα ή ό,τι μού κλεβόταν τη νύχτα·

40. την ημέρα καιγόμουν από τον καύσωνα και τη νύχτα από τον παγετό· και ο ύπνος έφευγε από τα μάτια μου·

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Γενεσισ 31