3. Kαι εκείνος είπε σ’ αυτούς: Δεν διαβάσατε τι έκανε ο Δαβίδ, όταν πείνασε, αυτός και εκείνοι που ήσαν μαζί του;
4. Πώς μπήκε μέσα στον οίκο τούΘεού, και έφαγε τους άρτους τής πρόθεσης, που δεν του επιτρεπόταν να φάει, ούτε και εκείνοι που ήσαν μαζί του, παρά μονάχα οι ιερείς;
5. Ή, δεν διαβάσατε στον νόμο, ότι κατά τα σάββατα οι ιερείς βεβηλώνουν το σάββατο μέσα στο ιερό, και είναι αθώοι;
6. Σας λέω δε ότι, εδώ είναι κάποιος μεγαλύτερος από το ιερό.
7. Aν, όμως, γνωρίζατε τι είναι: «Έλεος θέλω, και όχι θυσία», δεν θα καταδικάζατε τους αθώους.
8. Eπειδή, ο Yιός τού ανθρώπου είναι κύριος και του σαββάτου.
9. KAI καθώς αναχώρησε από εκεί, ήρθε στη συναγωγή τους.