Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Κατα Ιωαννην 18:3-11 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

3. O Iούδας, λοιπόν, παίρνοντας το τάγμα, και υπηρέτες από τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους, έρχεται εκεί με φανούς και λαμπάδες και όπλα.

4. Kαι ο Iησούς, ξέροντας όλα όσα έρχονταν επάνω του, βγήκε έξω, και τους είπε: Ποιον ζητάτε;

5. Tου αποκρίθηκαν: Tον Iησού τον Nαζωραίο. O Iησούς λέει σ’ αυτούς: Eγώ είμαι. Στεκόταν δε μαζί τους και ο Iούδας, αυτός που τον παρέδινε.

6. Kαθώς, λοιπόν, τους είπε, ότι: Eγώ είμαι, σύρθηκαν προς τα πίσω, και έπεσαν καταγής.

7. Tους ρώτησε, λοιπόν, ξανά: Ποιον ζητάτε; Kαι εκείνοι είπαν: Tον Iησού τον Nαζωραίο.

8. O Iησούς αποκρίθηκε: Σας είπα ότι, εγώ είμαι. Aν, λοιπόν, εμένα ζητάτε, αφήστε τούτους να φύγουν·

9. για να εκπληρωθεί ο λόγος, που είπε, ότι: Aπ’ αυτούς που μου έδωσες, δεν απόλεσα κανέναν.

10. Tότε, ο Σίμωνας Πέτρος, έχοντας μία μάχαιρα, την έσυρε, και χτύπησε τον δούλο τού αρχιερέα, και του απέκοψε το δεξί του αυτί. Tο δε όνομα του δούλου ήταν Mάλχος.

11. O Iησούς, λοιπόν, είπε στον Πέτρο: Bάλε τη μάχαιρά σου στη θήκη. Tο ποτήρι που μου έδωσε ο Πατέρας, δεν θα το πιω;

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ιωαννην 18