Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Ιωνασ 4:1-7 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

1. Ο Ιωνάς όμως στενοχωρήθηκε πολύ και οργίστηκε.

2. Στράφηκε στον Κύριο και του είπε: «Αχ, Κύριε, καλά το ’λεγα εγώ, όταν ήμουν ακόμα στη χώρα μου. Γι’ αυτό είχα βιαστεί να φύγω για τη Θαρσείς. Ήξερα πως εσύ είσαι Θεός που αγαπάς, Θεός σπλαχνικός, υπομονετικός, πως έχεις καλοσύνη απεριόριστη και είσαι πάντα πρόθυμος ν’ αλλάξεις γνώμη και ν’ αναστείλεις την τιμωρία σου.

3. Πάρε, λοιπόν, Κύριε τη ζωή μου· προτιμώ να πεθάνω, παρά να ζω».

4. Κι ο Κύριος του αποκρίθηκε: «Είναι σωστό να θυμώνεις, Ιωνά;»

5. Ο Ιωνάς είχε βγει από την πόλη κι είχε πάει ανατολικά της Νινευή. Εκεί ήθελε να φτιάξει ένα στέγαστρο από κλαριά και να καθίσει κάτω απ’ τον ίσκιο του, ώσπου να δει τι θ’ απογίνει η πόλη.

6. Αλλά ο Κύριος, ο Θεός, πρόσταξε να φυτρώσει ένα φυτό και το έκανε να ψηλώσει πάνω από τον Ιωνά και να του κάνει σκιά στο κεφάλι του για να νιώθει πιο άνετα. Ο Ιωνάς χάρηκε πάρα πολύ γι’ αυτό το φυτό.

7. Νωρίς όμως την άλλη μέρα το πρωί ο Θεός πρόσταξε ένα σκουλήκι ν’ αρχίσει να τρώει τις ρίζες του φυτού, κι έτσι το φυτό ξεράθηκε.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Ιωνασ 4